Ιστορία

Δευτέρα 14 Σεπτεμβρίου 2020

Οι Γερμανοί εκπαιδεύουν τους Οθωμανούς. Οι τουρκικές μονάδες stormtrooper κατά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο.

Οι μονάδες των Stormtroopers, που σε ελεύθερη μετάφραση είναι «δυνάμεις κρούσης» και στα γερμανικά είναι γνωστές ως Sturmtruppen ή Stoßtruppen, αποτελούσαν τις ειδικές μονάδες του γερμανικού και όχι μόνο στρατού. Εκπαιδεύονταν και επιχειρούσαν σε νέες τακτικές διείσδυσης που αποτελούσαν μέρος της βελτιωμένης μεθόδου επίθεσης των Γερμανών στα χαρακώματα του εχθρού. Αυτό ήρθε ως αποτέλεσμα από τη μειωμένη επιτυχία που είχαν οι ως τότε επιχειρήσεις ιδίως στο Δυτικό Μέτωπο. Ανελέητο μπαράζ πυροβολικού στις εχθρικές θέσεις, έφοδο με το πεζικό που κατέληγε συνήθως σε λουτρό αίματος, μηδαμινά έως μηδενικά εδαφικά κέρδη και μια κατάσταση σε τέλμα. 


Ο στρατηγός Φρίντριχ Κρες φον Κρέσενσταϊν επιθεωρεί
μια μονάδα οθωμανικών stormtrooper στην Παλαιστίνη.

Η ιδέα σχηματίστηκε στα μυαλά του ταγματάρχη Κάλσοου και του λοχαγού Γουίλι Ρούρ από την άνοιξη του 1915. Όμως η φιλοσοφία ανάπτυξης τέτοιων μονάδων δεν αποτελούσε «γερμανικό μονοπώλειο». Ο Γάλλος λοχαγός Αντρέ Λαφάργκ, επίσης το 1915, ανέπτυξε την ιδέα για τον εντοπισμό και τη συντριβή των αδύναμων σημείων του εχθρού και την αντιμετώπιση των δύσκολων από τα επόμενα και βασικά κύματα πεζικού. Οι απόψεις του αν και δεν είχαν μεγάλη απήχηση, σταδιακά θα λαμβάνονταν υπόψιν και θα υιοθετούνταν ανεπίσημα με πρωτοπόρο τον Καναδικό Στρατό. Οι Βρετανοί τις απέρριψαν και έδωσαν έμφαση στην ισχύ πυρός. Η προοπτική είχε ως εξής : προσεκτικά επιλεγμένοι εθελοντές στρατιώτες θα εκπαιδευόντουσαν σε μικρής κλίμακας επιθέσεις σε καίρια σημεία. Προτιμούνταν οι στρατιώτες του Μηχανικού. Οι άνδρες αυτοί θα πραγματοποιούσαν καταδρομικές επιθέσεις, αφού πλησίαζαν αθόρυβα προς την αντίπαλη πλευρά των χαρακωμάτων και διένυαν τον ενδιάμεσο χώρο, τη no man's land. Ο εξοπλισμός που λάμβαναν ήταν κόφτες για τα συρματοπλέγματα, ελαφρά πολυβόλα, φλογοβόλα, ξιφίδια, πολλές χειροβομβίδες και πολλοί εξ αυτών έφεραν μεταλλικούς θώρακες. (1)


Οθωμανοί stormtroopers κατά τη διάρκεια της εκπαίδευσής
τους στο Ροχατίν της δυτικής Ουκρανίας.

Ο σχηματισμός ενός τάγματος stormtrooper διατάχθηκε και υλοποιήθηκε από τον Ένβερ Πασά , τον Υπουργό Πολέμου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας , τον Ιούλιο του 1917. Τον Μάιο του ίδιου έτους, μια ομάδα αξιωματικών και υπαξιωματικών έλαβε εκπαίδευση πάνω σε αυτές τις τεχνικές επίθεσης στο Ντούμπλιανι της Ουκρανίας. Οι πρώτοι στρατιώτες που πήγαν για να εκπαιδευτούν ήταν σε εξαιρετικά κακή κατάσταση, σε προχωρημένη ηλικία και με εξαθλιωμένο ρουχισμό. Έτσι, επιλέχθηκαν τα κατάλληλα στελέχη από άλλες μονάδες. Με τη βοήθεια Γερμανών και Αυστροούγγρων εκπαιδευτών, τα στρατεύματα εκπαιδεύτηκαν και στη χρήση φλογοβόλων και όλμων Minenwerfer των 7,58 εκατοστών. Ακόμη, τα οθωμανικά στρατεύματα που δεν έφεραν ποτέ μεταλλικά κράνη, παρέλαβαν τα  γερμανικά κράνη M1916, αλλά με μια παραλλαγή καθώς μειώθηκε το μήκος των γείσων επειδή θεωρήθηκε ότι δυσκολεύονταν να ακούσουν τις διαταγές στο πεδίο της μάχης. 


Οι τακτικές και οι οδηγίες για την εκπαίδευση των
stormtrooper μεταφράστηκε και στα τουρκικά.

Στην τουρκική ορολογία οι μονάδες ονομάζονταν «Hucum Taburu/Mufrezesi/Kita» όπου Taburu είναι το τάγμα, Mufreze η διμοιρία και Kita η ομάδα. Εκπαίδευση πραγματοποιούνταν και στο Μάλτεπε της Κωνσταντινούπολης μέχρι και το πέρας του πολέμου. Αν και δεν υπάρχουν παραπάνω αναφορές θεωρείται βέβαιο ότι πολλοί εξ αυτών συμμετείχαν στον πόλεμο εναντίον της Ελλάδος κατά τη Μικρασιατική Εκστρατεία. 


Εκπαίδευση με φλογοβόλο. Η ειδικότητα αυτή είχε μικρή
συμμετοχή στις μάχες.

Κατά τη διάρκεια του πολέμου στο θεάτρου της Μέσης Ανατολής του Α 'Παγκοσμίου Πολέμου , ειδικά στην εκστρατεία του Σινά και της Παλαιστίνης , οι Οθωμανοί χρησιμοποίησαν το τάγμα stormtrooper που αποτελούσε μέρος της ομάδας στρατιών Yıldırım (Κεραυνός) χρησιμοποιώντας τις τελευταίες τακτικές διείσδυσης του Δυτικού Μετώπου σε συνδυασμό με το πυρ των πυροβόλων και πολυβόλων. Πρόκειται για τμήματα της 19ης και 20ης Μεραρχίας που εκπαιδεύτηκαν στη Γαλικία. Μια αξιοσημείωτη δράση αυτής της μονάδας ήταν στη Μάχη του Ελ Μπούρτζ την 1η Δεκεμβρίου 1917, όταν αποσύρθηκαν μονάδες της 3ης Ταξιαρχίας του Αυστραλιανού ελαφρού ιππικού από τις αμυντικές τους θέσεις σε μια κορυφογραμμή, αλλά σταμάτησαν και απομονώθηκαν όταν έφτασαν οι βρετανικές ενισχύσεις. 


Διμοιρία stormtrooper στο μέτωπο της Παλαιστίνης. Ο 
ρουχισμός ήταν παρόμοιος με τους απλούς στρατιώτες,
η ευκρινέστερη διαφορά ήταν το μεταλλικό κράνος.

Σε μια αναφορά του Αυστραλού Gullet παραθέτονται τα εξής: «Μετά από ένα διάστημα απόλυτης σιωπής, η οποία ήταν η μεγαλύτερη πίεση στα νεύρα των υπερασπιστών από την ίδια τη μάχη, περίπου 500 Τούρκοι, με δυνατές κραυγές «Αλλάχ» έσπευσαν στο λόφο. Οι Αυστραλοί κράτησαν την ψυχραιμία τους έως ότου οι πρώτοι άντρες του εχθρού ήταν εντός είκοσι γιάρδων και στη συνέχεια τους υποδέχτηκαν με σφοδρό πυρ από τα τυφέκια και τα Hotchkiss, και ταυτόχρονα τους βομβάρδισαν αποτελεσματικά. Ανταποκρινόμενοι, οι Τούρκοι όρμησαν γενναία προς τα εμπρός σε μια απεγνωσμένη προσπάθεια να φέρουν τους πολύ ανώτερους αριθμούς τους σε έναν αγώνα σώμα με σώμα με τους Αυστραλούς. 



Αλλά οι Βικτωριανοί πολέμησαν με υπέροχη σταθερότητα κράτησαν τον εχθρό όταν 48 άνδρες  του Συντάγματος του Γκλούτσεστερ (..) και λίγα λεπτά αργότερα μια ομάδα των Βασιλικών Σκωτσέζων Τυφεκιοφόρων υπό τον αντισυνταγματάρχη Στιούαρτ-Ρίτσαρντσον έσπευσε επίσης να ανέβει στο λόφο και εντάχθηκε στον αγώνα. (..)Στη συνέχεια, μάθαμε ότι η επιθετική δύναμη ήταν τάγμα στρατευμάτων που επιλέχτηκε στη Γαλικία (σ.σ. της Ουκρανίας) από τη 19η και 20η Μεραρχία, και ειδικά εκπαιδευμένο από Γερμανούς αξιωματικούς. Φυσικά ήταν οι καλύτεροι Τούρκοι που είχαν δει οι Αυστραλοί κατά τη διάρκεια του πολέμου. (2)


Νεκροί Τούρκοι μετά την αποτυχημένη επίθεση στο Ελ Μπούρτζ.
Πάνω από 100 έπεσαν νεκροί, 60 τραυματίες αιχμαλωτίστηκαν
καθώς και άλλοι 112 άνδρες που αποκόπηκαν.

Παρά τη σταδιακή υποχώρηση, οι Οθωμανοί διατηρούσαν την αμυντική γραμμή τους μερικές φορές με επιτυχή αποτελέσματα. Μια από αυτές τις αμυντικές επιτυχίες αποτέλεσε και η συμμαχική 2η επίθεση στην Τρανσιορδανία τον Μάιο τoυ 1918 στο Σουνέτ Νιμρίν όπου και μια ομάδα stormtrooper διακρίθηκε στη μάχη καθώς νίκησε το ιππικό των Βρετανών/ Αυστραλών και Νεοζηλανδών. Στην επίθεση αυτή, την 1η Μαΐου το Οθωμανικό 143ο Σύνταγμα Πεζικού, ένα τάγμα stormtrooper με 2 γερμανικούς λόχους πεζικού και έναν πολυβόλων κινήθηκαν ταχύτατα στο ανοιχτό πεδίο κάτω από πυρά πυροβολικού για να φτάσουν στις γραμμές του 4ου και 12 Συντάγματος Ιππικού των Αυστραλών και μιας μοίρας πυροβολικού. Παρά τις μεγάλες απώλειες, με συνεχή και ασφυκτική πίεση από 3 σημεία, οι Οθωμανοί και Γερμανοί ανάγκασαν τους αντιπάλους τους να εγκαταλείψουν το πυροβολικό και τα άλογα και να διαφύγουν, όσοι τα κατάφεραν, από μια επικίνδυνη και απότομη βραχώδη πορεία. 

Άγημα που φέρει τα μεταλλικά κράνη των stormtropers
υποδέχεται τον Κεμάλ κατά τη διάρκεια της Μικρασιατικής
Εκστρατείας, 1921.

Δυνάμεις των επιτεθέμενων συνέχισαν την καταδίωξη και κυρίευσαν έναν ακόμη καίριο λόφο, τον «κόκκινο λόφο» αναγκάζοντας σε οπισθοχώρηση το εκεί 11 Σύνταγμα ιππικού και τους εναπομείναντες άνδρες του 4ου. Με συνεχή πίεση ακόμα και τις νυχτερινές ώρες οι Οθωμανοί κυρίευσαν ακόμη ένα σημείο. Η μάχη συνεχίστηκε και στα άλλα σημεία του πεδίου έως τις 4 Μαίου. Αυτό που έκανε εντύπωση στις συμαμχικές δυνάμεις όσον αφορά τις κινήσεις της 1ης Μαΐου ήταν η ταχύτητα και η ορμή των επιτεθέμενων τμημάτων παρά τις απώλειες (συνολικά σε αυτήν οι Βρετανοί και οι σύμμαχοι είχαν 1.649 ενώ οι Οθωμανοί/Γερμανοί περίπου 2.500 αλλά είχαν καταφέρει να απωθήσουν τη συμαμχική επίθεση).

Χαλάστρας Κωνσταντίνος 

Σημειώσεις 

(1) Gerhard Gruhaber, «The German Spirit in the Ottoman and Turkish Army, 1908-1938: A History of Military Knowledge », De Gruyter Oldenbourg, σελ.86

(2) HS Gullett, «Sinai and Palestine », Κεφάλαιο XXIX, Nahr Auja and El Burj, σελ. 504 - 509.


Πηγές 

Twitter/ Fatih Bas, MapperKrumm, Polat Safi.

Gerhard Gruhaber, «The German Spirit in the Ottoman and Turkish Army, 1908-1938: A History of Military Knowledge », De Gruyter Oldenbourg.

HS Gullett, «Sinai and Palestine ».

alh-research.tripod.com

Κυριακή 13 Σεπτεμβρίου 2020

Οι Παλαιστίνοι του PLO στον Λίβανο, «κράτος εν κράτει» και το ξέσπασμα του εμφυλίου.

Η απαρχή της παρουσίας του PLO στον Λίβανο ανάγεται στα τέλη της δεκαετίας του 1960, μετά τον πόλεμο των έξι ημερών του 1967 . Ήδη σε μεγάλες περιοχές του Λιβάνου υπήρχαν παλαιστινιακές εξόριστες κοινότητες που αντιστοιχούσαν στο 12% του συνολικού πληθυσμού. Ο οργανισμός ομπρέλα, ο Οργανισμός Απελευθέρωσης της Παλαιστίνης (PLO) - ήταν αναμφίβολα η πιο ισχυρή δύναμη του Λιβάνου εκείνη την εποχή αλλά ήταν κάτι περισσότερο από μια χαλαρή συνομοσπονδία όπου ο αρχηγός του, Γιασέρ Αραφάτ της συνιστώσας του PLO, Φατάχ, έλεγχε όλες τις υπόλοιπες ομάδες με βασικότερες το Λαϊκό Μέτωπο για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (PFLP) και το τμήμα που αποκόπηκε από αυτό, το Δημοκρατικό Μέτωπο για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (DFLP). Σε αντίθεση όμως με τους Λιβανέζους, οι Παλαιστίνιοι δεν ήταν σεχταριστικοί. Οι χριστιανοί Παλαιστίνιοι υποστήριξαν τον αραβικό εθνικισμό κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου στο Λίβανο και πολέμησαν ενάντια στις πολιτοφυλακές των Μαρωνιτών.



Αρχικά, πολλοί Σιίτες του Λιβάνου είχαν συμπάθεια για τους Παλαιστινίους αλλά μετά τον «Μαύρο Σεπτέμβρη» του 1970 στην Ιορδανία όπου οι Παλαιστίνοι προσπάθησαν να ανατρέψουν την κυβέρνηση, υπήρξε ξαφνική εισροή ένοπλων Παλαιστινίων στις περιοχές των Σιιτών. Το παλαιστινιακό κίνημα έχασε γρήγορα την επιρροή του, καθώς οι ριζοσπαστικές φατρίες κυβερνούσαν με τη δύναμη των όπλων ένα μεγάλο μέρος του νότιου Λιβάνου, όπου τα στρατόπεδα προσφύγων συγκεντρώνονταν, και ο PLO αποδείχθηκε είτε απρόθυμος είτε ανίκανος να τους ελέγξει.

Ο Γιασέρ Αραφάτ ευθυγραμμίστηκε πλήρως με το Λιβανέζικο
Εθνικό Κίνημα, την παναραβική/νασσερική/αριστερή πτέρυγα.

Ακόμη, οι Σιίτες δεν ήθελαν να πληρώσουν το τίμημα για τις επιθέσεις πυραύλων του PLO από τον Νότιο Λίβανο. Το PLO δημιούργησε κυριολεκτικά «ένα κράτος εν κράτει», ότι ακριβώς έκαναν και στην Ιορδανία. Το κράτος του Λιβάνου, που πάντα απέφευγε να προκαλεί το Ισραήλ, απλώς εγκατέλειψε τον νότιο Λίβανο και οι κάτοικοι έγιναν μετανάστες μέσα στην πατρίδα τους. Πολλοί από τους Σιίτες μετανάστευσαν στα προάστια της Βηρυτού, τα οποία έγιναν γνωστά ως «ζώνες φτώχειας». Ο PLO είχε καταλάβει τα κέντρα της Σιδώνας και της Τύρου και στον νότιο Λιβάνο ο σιιτικός πληθυσμός έπρεπε να υποστεί την ταπείνωση να περνά «με άδεια» από τα σημεία ελέγχου του PLO. Η Παλαιστινιακή οργάνωση το έκανε αυτό με τη βοήθεια των περίφημων εθελοντών από τη Λιβύη και την Αλγερία καθώς και μια ομάδα από σουνίτικες Λιβανέζικες ομάδες. Ωστόσο, όπως διευκρινίζει ο Rex Brynen στη δημοσίευσή του για τον PLO, αυτές οι πολιτοφυλακές δεν ήταν τίποτα περισσότερο από ένοπλες συμμορίες χωρίς ιδεολογικές βάσεις και χωρίς οργανικό λόγο για την ύπαρξή τους, εκτός από το γεγονός ότι λάμβαναν μισθοδοσία από τον PLO / Φατάχ.

Κάθε δράση φέρνει και αντίδραση και έτσι οι Σιίτες δημιούργησαν το κίνημα Αμάλ του οποίου οι ένοπλες τάξεις αυξήθηκαν ραγδαία και πολέμησε κατά του PLO στις πρώτες φάσεις του εμφυλίου. Αργότερα, μια πιο σκληροπυρηνική ομάδα μέσα στο κίνημα θα αποσχιστεί και θα σχηματίσει τη γνωστή οργάνωση Χεζμπολάχ.


Τα δύο στρατόπεδα πολέμησαν με ιδιαίτερη σκληρότητα. Στην Καραντίνα της Βηρυτού στις 18 Ιανουαρίου 1976 οι χριστιανοί του Λιβανέζικου Μετώπου και ιδιαίτερα οι Φαλαγγίτες της Καταέμπ, έσπασαν τις γραμμές του PLO και επιδόθηκαν σε σφαγές που άφησαν 1.500 νεκρούς. Ως αντίποινα, η χριστιανική πόλη Νατμού, 20χλμ νότια της Βηρυτού δέχθηκε την επίθεση του Σουνιτικού Εθνικού Κινήματος του Λιβάνου μαζί με τον PLO και σκότωσαν περίπου 500 άτομα. «Ήταν μια αποκάλυψη», είπε ο ιερέας Μανσούρ Λαμπάκι, ένας χριστιανός Μαρωνίτης που επέζησε της σφαγής. «Ήρθαν, χιλιάδες και χιλιάδες, φωνάζοντας« Αλλάχ ου Άκμπαρ! (Ο Θεός είναι μεγάλος!) Ας τους επιτεθούμε για τους Άραβες, ας προσφέρουμε ένα ολοκαύτωμα στον Μωάμεθ! » και σφαγιάζαν όλους στο δρόμο τους, άνδρες, γυναίκες και παιδιά.» 

Θρησκευτική κατανομή των κατοίκων του
Λιβάνου.

Μέχρι τον Αύγουστο του ίδιου έτους οι Παλαιστίνιοι αποχώρησαν και από το στρατόπεδο Τελ αλ Ζαατάρ (ΝΑ της Βηρυτού) με βαριές απώλειες στις τάξεις της Φατάχ του Αραφάτ. Τον Οκτώβριο του 1976 στην πόλη Αϊσίγια του νότιου Λιβάνου μαχητές της Φατάχ και της Αλ Σαΐκα έσφαξαν 70 χριστιανούς και άφησαν τραυματίες πάνω από 100. Το κράτος ήταν τώρα ουσιαστικά διχοτομημένο, με το νότιο Λίβανο και το δυτικό μισό της Βηρυτού να έχουν γίνει βάσεις για τις πολιτοφυλακές του PLO και των υπόλοιπων μουσουλμάνων, και τους χριστιανούς να ελέγχουν την Ανατολική Βηρυτό και το χριστιανικό τμήμα του Λιβάνου. Η κύρια γραμμή αντιπαράθεσης στη διαιρεμένη Βηρυτό ήταν γνωστή ως η Πράσινη Γραμμή.

Στο εξαιρετικά πολύπλοκο σκηνικό ήρθε να προστεθεί και η συριακή επέμβαση. Στις 22 Ιανουαρίου 1976, ο Πρόεδρος της Συρίας Χαφέζ αλ Άσσαντ μεσολάβησε προκειμένου να επιτευχθεί ανακωχή μεταξύ των δύο πλευρών, ενώ άρχισε κρυφά να μετακινεί Συριακά στρατεύματα στα σύνορα με τον Λίβανο με το πρόσχημα της παρουσίας του Παλαιστινιακού Απελευθερωτικού Στρατού , ενώ ήθελε να φέρει τον PLO ξανά υπό τη Συριακή επιρροή και να αποτρέψει την αποσύνθεση του Λιβάνου. Οι σχέσεις μεταξύ της διοίκησης του Λιβανέζικου Μετώπου και της Δαμασκού είχαν ήδη ψυχρανθεί ως συνέπεια της αυξανόμενης απροθυμίας του Συριακού Σώματος είτε να καταστείλει εντελώς τις σουνιτικές δυνάμεις των LNM-PLO στη δυτική Βηρυτό ή να επιτρέψει στις χριστιανικές πολιτοφυλακές να το πράξουν. Αυτό οδήγησε αναπόφευκτα στη σύγκρουση το 1978, στην έναρξη του «Πολέμου των 100 ημερών», στην οριστική διάσπαση της συμμαχίας με τη Συρία αλλά και την ήττα της τελευταίας στην ανατολική Βηρυτό.

Μέλη του Νότιου Στρατού Λιβάνου με σημαίες
του Λιβάνου και του Ισραήλ.

Ο PLO προκάλεσε και την εισβολή ενός ακόμη κράτους στον Λίβανο, του Ισραήλ. Το τρομοκρατικό χτύπημα στις 11 Μαρτίου 1978 στον παραλιακό δρόμο του Ισραήλ που άφησε 39 νεκρούς και 71 τραυματίες είχε ως συνέπεια την εισβολή στον νότιο Λίβανο μετά από 3 ημέρες. Εκεί στις επιχειρήσεις διάρκειας μιας εβδομάδας ο Ισραηλινός Στρατός μαζί με τον Νότιο Στρατό Λιβάνου», μια χριστιανική οργάνωση, εκδίωξαν του Παλαιστινίους του PLO με την επιχείρηση «Λιτάνι», όπου 300 με 550 Παλαιστίνιοι σκοτώθηκαν. Ο εμφύλιος θα διαρκούσε ακόμη 12 έτη με αυξομειούμενες εντάσεις, εσωτερικές διαμάχες μεταξύ των αντιπάλων, αλλαγή στρατοπέδων και εξωτερικές αναμίξεις.

Σάββατο 5 Σεπτεμβρίου 2020

Ο θεσμός των συσσιτίων (ανδρείον/ανδρεία) και οι αναφορές τους από τις πηγές.

 Ο θεσμός των συσσιτίων επηρέασε, διαμόρφωσε και σχηματοποίησε τους πολίτες που τον ενστερνίστηκαν και αποτέλεσε πρότυπο μίμησης για αρκετές πόλεις οι οποίες και το υιοθέτησαν. Αποτελεί γεγονός άλλωστε ότι η μη ομοιογενής Κρήτη , από τον 8ο αιώνα π.Χ. , παρόλο που δεν αποτελούσε πια πρωτοπόρο του πολιτισμού στον αρχαίο ελληνικό κόσμο παρέμεινε ψηλά στη φήμη και στις συνειδήσεις για τους θεσμούς και τις νομοθετικές της ρυθμίσεις.(1) Όπως κάθε θεσμός, έτσι και αυτός αποτέλεσε έναν σαφή ορισμό των δικαιωμάτων και των προνομίων και τον αυστηρό έλεγχο της ζωής και των δραστηριοτήτων του κάθε ατόμου.



Οι όροι ανδρείον/ανδρεία και οι αναφορές τους από τις πηγές.

 Μαρτυρίες για τα συσσίτια εντοπίζονται από τα ομηρικά έπη, από τον Πλάτωνα και τον Αθήναιο σε διάφορες περιοχές της αρχαίας Ελλάδας, όμως στη σπαρτιατική και κρητική κοινωνία αποτέλεσε δομικό στοιχείο των εκεί κοινωνιών. Ο όρος ανδρεία αποτελεί την ονομασία που έδωσαν οι Κρήτες για τα συσσίτιά τους, ονομασία η οποία αποτελούσε και δάνειο, αρχικά τουλάχιστον, των Σπαρτιατών αποτελώντας έτσι έναν από τους θεσμούς που υιοθετήθηκαν στο σπαρτιατικό πολίτευμα με διαφοροποιήσεις.(2)  Η ονομασία αυτή πιστεύεται από σημαντική μερίδα ιστορικών ότι πιθανώς επικρατούσε και στα μινωικά ανάκτορα, όμως τα τελευταία χρόνια η άποψη αυτή διατηρείται με επιφύλαξη. Η παρουσία τους πάντως μνημονεύεται από τον Αριστοτέλη από την εποχή του Μίνωα  και εξακολούθησε να πιστοποιείται και κατά την ελληνιστική και ρωμαϊκή περίοδο αλλά μάλλον μόνο στο πλαίσιο εορτών και δυστυχώς δεν υπάρχουν σαφείς αποδείξεις ότι ασκούνταν καθημερινά, τουλάχιστον σε ορισμένες πόλεις.(4)

Πληρέστερη ενημέρωση για τον προσδιορισμό του όρου έχουμε από τον Έφορο. Η ονομασία αντικατοπτρίζει τη σφυρηλάτηση του χαρακτήρα των πολιτών που ήθελε να προσδώσει ο νομοθέτης έχοντας κατά νου την αντιδιαστολή με τη δειλία. Η  ενασχόληση των νεαρών μελών της κρητικής κοινωνίας με τα όπλα, η αντιμετώπιση πάσης φύσεως κακουχίας, οι σκληρές εκπαιδεύσεις από τις ασκήσεις και τις μάχες είναι αυτές που θα παρέχουν την ανδρεία στον πολίτη. Ο πολεμικός χορός πυρρίχης, έχει κι αυτός τη δικιά του χρησιμότητα σε αυτή τη «ζύμωση» μαζί με άλλα πολεμικά και μη τραγούδια του Θάλη.(5)  Ακόμη, η θεματολογία, μετά τη συζήτηση για τις δημόσιες υποθέσεις, αφορούσε την εξιστόρηση ανδραγαθημάτων από τους παλαιότερους με σκοπό τη δημιουργία των κατάλληλων προτύπων για τους νεότερους και την παρακίνησή τους σε ανάλογες πράξεις ηρωισμού.(6)  


Ο Δωσιάδας στο τέταρτο βιβλίο του στα Κρητικά, τα αναφέρει ως «εταιρείες», τις ομάδες των ανδρών δηλαδή που συνέτρωγαν, τουλάχιστον έτσι όπως απέσπασε και μετέφερε την πηγή του τον Αθήναιο, καθώς και την περιγραφή του χώρου που τελούνταν τα συσσίτια και αφορά τον χώρο στέγασης. Αυτός αναφέρει ότι σε ολόκληρη την Κρήτη υπάρχουν δύο κτήρια εκ των οποίων το ένα στο οποίο πραγματοποιούνται τα συσσίτια ονομάζεται ανδρείον. Το έτερο, το κοιμητήριο, αφορά στέγαση τυχόν φιλοξενούμενων. Για τους τελευταίους υπήρχαν θέσεις στα ανδρεία, στο τρίτο τραπέζι δεξιά της εισόδου, το λεγόμενο «του Ξένιου Δία» ή «των ξένων».Προστάτης των εταιρειών ήταν ο «εταιρείος Δίας», όπως πληροφορούμαστε από τον Ησύχιο (Εταιρείος, «Ζεύς εν Κρήτη», Ηρόδοτος Ι 44).

Χαλάστρας Κωνσταντίνος

Σημειώσεις

(1)Οι νομοθετικές επιγραφές των ρυθμίσεων της Κρήτης ήταν περισσότερες από τις συνολικές σε ολόκληρη την υπόλοιπη Ελλάδα. Chaniotis, «The Great Inscription, its political and social institutions and the common institutions of the Cretans», Greco - M. Lombardo (eds.), La Grande Iscrizione di Gortyna. Centoventianni dopo la scoperta. Atti del I ConvegnoInternazionale di Studisulla Messara, Athen 2005, σελ. 175

(2)ΠαναγόπουλοςΑνδρέας, «ΕλληνικήΑρχαιογνωσία, ΣύμμεικταΚλασσικά», εκδ.Αίολος, 2002, σελ.117-118 καισελ.121Ἔχειδ᾽ἀνάλογονἡΚρητικὴτάξιςπρὸςτὴνΛακωνικήν. γεωργοῦσίτεγὰρτοῖςμὲνοἱεἵλωτεςτοῖςδὲΚρησὶνοἱπερίοικοι, καὶσυσσίτιαπαρ᾽ἀμφοτέροιςἔστιν, καὶτόγεἀρχαῖονἐκάλουνοἱΛάκωνεςοὐφιδίτιαἀλλὰἀνδρεῖα

(3)Μανδαλάκη Αικατερίνη, «Κοινωνία και οικονομία στην Κρήτη κατά την Αρχαϊκή και την Κλασική εποχή», εκδ. ΒικελαίαΒιβ/κη, 2004, σελ. 190-191.

(4)ChaniotisΑ., «Milking the Mountains, economic activities on the Cretan uplands in the Classical and Hellenistic Period», From Minoan Farmers to Roman Traders. Sidelights on the Economy of Ancient Crete, Stuttgart 1999, σελ. 185καιΜανδαλάκηΑ. σελ. 211.

(5)ΠαναγόπουλοςΑ., σελ.121

(6)Παναγόπουλος Α., σελ.126

Κυριακή 23 Αυγούστου 2020

Η μάχη της Καγκάγιαν, 1582, οι Ισπανοί κονκισταδόρες αντιμετωπίζουν Ιάπωνες Σαμουράι στις Φιλιππίνες.

Το 1573, οι Ιάπωνες άρχισαν να ανταλλάσσουν χρυσό με ασήμι με τους Ισπανούς στην περιοχή των Φιλιππίνων. Το 1580, ωστόσο, μια ομάδα πειρατών, οι Γουοκού που κυριολεκτικά σημαίνει «Ιάπωνες πειρατές» επιβλήθηκε στους ντόπιους της επαρχίας Καγκάγιαν .

Μια εικόνα από τα ισπανικά κόμικς "Las Espadas Del Fin Mundo"
που απεικονίζει τη συγκεκριμένη μάχη.

Ως απάντηση, ο γενικός κυβερνήτης των Φιλιππίνων Γκονζάλο Ρονκίλλο ανέθεσε στον Χουάν Πάμπλο ντε Καρριόν να πατάξει την πειρατεία. Ο τελευταίος έγραψε στον βασιλιά του Φίλιππο Β'στις 16 Ιουνίου 1582 : «Οι Ιάπωνες είναι οι πιο μαχητικοί εδώ. Φέρνουν πυροβολικό, πολλούς άνδρες με αρκεβούζια και πεζούς μαχητές. Φορούν θωράκιση. Όλα παρέχονται από τους Πορτογάλους, τα οποία τους έχουν δείξει εις βάρος των ψυχών τους». 

Πειρατές Γουοκού σε κινέζικο πίνακα.

O στόλος των Γουοκού αποτελούνταν από ένα τζάνκ (μεγάλο κινέζικο πλοίο) και 18 μικρότερα σαμπάν. Αν και οι άνδρες τους αποτελούνται από Ιάπωνες, Κινέζους και Φιλιππινέζους , το όνομα του ηγέτη τους, Ταΐ Φούσα, δείχνει ότι οι Ιάπωνες ήταν επικεφαλής στον στόλο τους. Στις τάξεις τους είχε Ρονίν (σαμουράι χωρίς αφέντη), πρώην στρατιώτες, ψαράδες, εμπόρους και διάφορους τυχοδιώκτες Για να το αντιμετωπίσει αυτό, ο Καρριόν συγκέντρωσε 40-60 στρατιώτες και επτά σκάφη: πέντε μικρά πλοία υποστήριξης, ένα ελαφρύ πλοίο ( Σαν Γιουσέπε ) και μια γαλέρα ( Λα Καπιτάνα), με τα αντίστοιχα πληρώματά τους.
Ισπανοί ασπιδοφόροι επιτίθενται. Ο συγκεκριμένος τύπος στρατιώτη
συνέχισε να υφίσταται έως τις αρχές του 17ου αιώνα.

Ο Καρριόν, αν και είχε λιγότερους άνδρες ενεπλάκη πρώτος στη ναυμαχία με ένα σαμπάν στο ακρωτήριο Μπουγκαντόρ και επιβιβάστηκε σε αυτό. Στη συνέχεια, οι Ισπανοί στρατιώτες ροντελέρος, οι ασπιδοφόροι με τα σπαθιά, αντιμετώπισαν τους βαριά θωρακισμένους Ιάπωνες Ρονίν με τα κατάνα. Αν και αρχικά έδειχναν να νικούν, οι Ισπανοί στρατιώτες απωθήθηκαν πίσω στο δικό τους πλοίο, το κατάστρωμα του οποίου έγινε πεδίο μάχης. Τελικά οι Ισπανοί γύρισαν τη μάχη. Τοποθέτησαν τους άνδρες που είχαν μακρύ δόρυ μπροστά και αυτούς με τα αρκεβούζια και τα μουσκέτα στα πλευρά. Οι πειρατές τελικά οπισθοχώρησαν και πετάχτηκαν στο νερό όπου πολλοί πνίγηκαν από το βάρος της πανοπλίας τους.

Ο στολίσκος συνέχισε την πορεία στον ποταμό Καγκαγιάν , βρίσκοντας έναν πειρατικό στόλο δεκαοκτώ σαμπάν και ένα φρούριο χτισμένο στην ενδοχώρα. Οι Ισπανοί αποβιβάστηκαν, έσκαψαν χαρακώματα, συγκεντρώνοντας το πυροβολικό που εκφορτώθηκε από τη γαλέρα και σφυροκοπούσαν συνεχώς τους πειρατές. Οι Γουοκού ζήτησαν χρυσό ως αποζημίωση για την αποχώρησή τους κάτι που το αρνήθηκε ο Καρριόν. Μετά από αυτό, οι πειρατές εξαπέλυσαν επίθεση με 600 άνδρες.
Σκάφη τζάνκ, παρόμοια με αυτά των πειρατών.



Τα ισπανικά χαρακώματα, επανδρωμένα τόσο από στρατιώτες όσο και από ναυτικούς, σήκωσαν το βάρος 2 μεγάλων επιθέσεων Οι Ισπανοί άρχισαν να έχουν έλλειψη από μπαρούτι στην τρίτη επίθεση, η οποία έγινε σκληρή μάχη εκ του σύνεγγυς μέσα στα χαρακώματα. Τελικά, με τις επιθέσεις των πειρατών να εξασθενούν, οι Ισπανοί εξήλθαν από τα χαρακώματα και αντεπιτέθηκαν, καταδιώκοντας τον εχθρό. Στη συνέχεια συνέλεξαν τα όπλα που έμειναν στο πεδίο της μάχης, τα οποία περιελάμβαναν σπαθιά κατάνα, θώρακες, αρκεβούζια και τα κράτησαν ως τρόπαια. Μετρούσαν μόνο 20 νεκρούς και τραυματίες ενώ οι αντίπαλοι εκτιμάται ότι είχαν αρκετές φορές περισσότερες απώλειες.

Η σύγκρουση έδειξε την υπεροχή της ισπανικής τακτικής μάχης έναντι της ιαπωνικής, καθώς και την καλύτερη ποιότητα των υλικών όπως τα χαλύβδινα ευρωπαϊκά σπαθιά του Τολέδο , τα οποία αποδείχθηκαν πιο χρήσιμα από τα κατάνα σε πολλές αψιμαχίες.

Να σημειωθεί ότι οι πρωτογενεις πηγές για τις παραπάνω συγκρούσεις είναι 2 γράμματα, ένα του Χουάν Μπαπτίστα Ρόμαν στις 25 Ιουνίου 1582 και ένα του Δον Ρονζαλο του Ιούλιο του ίδιου έτους. Και τα 2 εμπεριεχονται στο The Project Gutenberg Book of the Philippines islands, 1493-1803, τόμος 5ος, 1582-1583. Το πιο πιθανό είναι οι συγκρούσεις να είναι διογκωμενες ως προς τα νούμερα των πειρατών και μειωμένες ως προς αυτά των Ισπανών και όσον αφορά την έκταση των παραπάνω συγκρούσεων. 

Τρίτη 18 Αυγούστου 2020

Η ενέδρα της Χεζμπολάχ στον Ισραηλινό Στρατό, 12 Ιουλίου 2006, επιχείρηση «Αληθινή Υπόσχεση». Η πυροδότηση του δεύτερου πόλεμου του Λιβάνου.

Εν μέσω κλίματος σύγκρουσης, της επιμονής του Ισραήλ να διατηρήσει τους Άραβες κρατούμενους του Λιβάνου που είχε και της αποφασιστικότητας της Χεζμπολάχ  να πετύχει την απελευθέρωσή τους, ιδίως των σχεδόν 30 χρόνια φυλακισμένων ορισμένων ( όπως ο Σαμίρ Κούνταρ ) και μετά την αποτυχία έμμεσων διαπραγματεύσεων για την απελευθέρωσή του, η Χεζμπολάχ αποφάσισε να συλλάβει Ισραηλινούς στρατιώτες.

Η οργάνωση διατηρούσε ένα βαθύ υπόγειο κρυσφήγετο-αποθήκη σε μια συστάδα θάμνων ακριβώς κάτω από ένα σημείο περιπολίας των ισραηλινών οχημάτων. Ήταν εφοδιασμένο με τροφή, νερό, ραδιόφωνα, τυφέκια ΑΚ-47, αντιαρματικούς πυραύλους και διαγράμματα με λεπτομέρειες για τα διακριτικά και το μέγεθος των ισραηλινών στρατιωτικών μονάδων. Στις 9:00 π.μ. τοπική ώρα, στις 12 Ιουλίου 2006, η Χεζμπολάχ ξεκίνησε μια επίθεση αντιπερισπασμού (της επιχείρησης «Αληθινή Υπόσχεση») με πολλαπλούς εκτοξευτές ρουκετών M-21OF των 122 χλστ σε ισραηλινές στρατιωτικές θέσεις και παραμεθόρια χωριά, όπου πέντε πολίτες τραυματίστηκαν.

Το σημείο της ενέδρας.

Μια ομάδα μαχητών της Χεζμπολάχ διέσχισε τα σύνορα, και χρησιμοποίησε κόφτες και εκρηκτικά για να περάσει το φράχτη. Ένας από τους μαχητές , ο οποίος κρυβόταν ανάμεσα σε θάμνους με RPG, εντοπίστηκε από έναν κοντινό πύργο παρατήρησης των Ισραηλινών, αλλά ο πύργος προφανώς δεν μπόρεσε να μεταδώσει αυτές τις πληροφορίες λόγω προβλημάτων επικοινωνίας. Μια περιπολία δύο ισραηλινών θωρακισμένων Humvees που περιείχαν εφέδρους πέρασαν από το σημείο. Ο επικεφαλής της περιπολίας Εχούντ Γκόλντσεσερ ήταν στο πρώτο όχημα μαζί με άλλους 3 στρατιώτες ενώ το δεύτερο Humvee είχε τρεις στρατιώτες.

Οι άνδρες της Χεζμπολάχ συγκλίνουν σε ένα
χτυπημένο Humvee κατά την επίθεση. Εικόνα από βίντεο
που ανέβασε η Χεζμπολάχ. Οι μαχητές φέρουν πλήρη εξοπλισμό,
κράνη, αλεξίσφαιρα, γιλέκα μάχης και κινούνται σε σχηματισμό
πράγμα εξαιρετικά σπάνιο στους τακτικούς αραβικούς στρατούς.

Καθώς τα Humvee προχωρούσαν, οι μαχητές της Χεζμπολάχ περίμεναν να φτάσουν στη στροφή και να εκτεθούν εντελώς. Τότε, η πρώτη ομάδα της Χεζμπολάχ επιτέθηκε στη συνοδεία εκτοξεύοντας RPG και με πυρά πολυβόλου.  Ο οδηγός του 2ου οχήματος σκοτώθηκε ακαριαία ενώ οι άλλοι 2 στρατιώτες σκοτώθηκαν στην προσπάθεια διαφυγής. Δύο RPG εκτοξεύτηκαν και στο πρώτο Humvee από μικρή απόσταση. Ένας ελαφρά τραυματισμένος στρατιώτης έσυρε έναν συνάδελφό του στους παρακείμενους θάμνους και διέφυγαν. Οι άλλοι 2 μεταξύ των οποίων ήταν και ο επικεφαλής Γκόλντσεσερ αιχμαλωτίστηκαν αλλά υπέκυψαν στα τραύματά τους λίγο αργότερα. Η αποκόμιση αιχμαλώτων αποτελούσε τον ΑΝΣΚ της Χεζμπολάχ προκειμένου να προβεί σε διαπραγματεύσεις για την απελευθέρωση κρατουμένων της. Όλο το περιστατικό δεν κράτησε περισσότερο από 10 λεπτά.

Ταυτόχρονα, μαχητές της Χεζμπολάχ έριχναν πυρά καταστρέφοντας τις παραπλήσιες κάμερες επιτήρησης και επικοινωνώντας με το κομβόι. Είκοσι λεπτά πέρασαν μέχρι οι αρχιλοχίες Γκόλντβάσερ  και Ρεγκέβ να επιβεβαιώσουν τους 2 αγνοούμενους. Επικαλέστηκε τότε την οδηγία «Αννίβας», μιας εντολής που δηλώνει ότι οι απαγωγές Ισραηλινών στρατιωτών πρέπει να αποφεύγονται με κάθε τρόπο και ξεκίνησε μια άμεση εναέρια επιτήρηση και αεροπορικές επιθέσεις στο Λίβανο για να περιορίσει την ικανότητα της Χεζμπολάχ να μετακινήσει τους στρατιώτες που είχε αιχμαλώτους. 

Ισραηλινοί στρατιώτες κατά τον πόλεμο
του Λιβάνου το 2006.

Ένα άρμα μάχης Merkava Mark II, έναν ΤΟΜΠ και ένα ελικόπτερο ήταν σε αναζήτηση. Διασχίζοντας τον Λίβανο, στράφηκαν σε δρόμο κοντά σε ένα γνωστό φυλάκιο της Χεζμπολάχ κατά μήκος των συνόρων. Όμως το άρμα μάχης διαλύθηκε κυριολεκτικά από Αυτοσχέδιο Εκρητκτικό Μηχανισμό με περίπου 200-300 κιλά εκρηκτικών, σκοτώνοντας το 4μελές πλήρωμα. Ακόμη, ενας στρατιώτης σκοτώθηκε και δύο τραυματίστηκαν ελαφρά από πυρά όλμων. Συνολικά 8 στρατιώτες κείτονταν νεκροί από την αρχή της επίθεσης, που μετά από λίγο θα γίνονταν 10 από τους δύο που υπέκυψαν, 1 άρμα μάχης και 2 τραυματίες. Η Χεζμπολάχ δεν υπέστη απώλειες.

Ο επικεφαλής της Βόρειας Διοίκησης υποστρατηγος Αδάμ προειδοποίησε προφητικά, μόνο μια ημέρα πριν από την ενέδρα, σε συνάντηση με τον Πρωθυπουργό Όλμερτ και τον Υπουργό Άμυνας Αμίρ Πέρετζ: «Είμαστε στα πρόθυρα μιας νέας κρίσης στα σύνορα του Λιβάνου ... Είναι ένας βάλτος εκεί κάτω. Εάν δεν προχωρήσουμε στο ζήτημα των αγροκτημάτων Σαμπάα και τους Λιβανέζους κρατουμένους, αυτή η ιστορία θα εκραγεί και θα μετατραπεί σε καταστροφή. »

Το περιστατικό αυτό πυροδότησε τον δεύτερο πόλεμο του Λιβάνου των 34 ημερών.

Δευτέρα 17 Αυγούστου 2020

Επιχείρηση «Κάστωρ», η μεγαλύτερη αερομεταφερόμενη επιχείρηση μετά τον Β'Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι Γάλλοι αλεξιπτωτιστές απέναντι στους Βιετμίνχ.

Η επιχείρηση δημιούργησε έναν οχυρωμένο αεροδιάδρομο στην επαρχία Ντεν Μπιέν, στη βορειοδυτική γωνία του Βιετνάμ όπου διοικούσε ο ταξίαρχο Jean Gilles . Η επιχείρηση ξεκίνησε στις 10:35 την 20η Νοεμβρίου 1953, με τις ενισχύσεις να πέφτουν τις επόμενες δύο ημέρες. Με την επίτευξη όλων των στόχων της, η επιχείρηση έληξε στις 22 Νοεμβρίου.

Απαιτήθηκαν 65 από τα 70 επιχειρησιακά αεροσκάφη C-47 Dakota καθώς και τα 12 αεροσκάφη μεταφοράς C-119 Flying Boxcar. Περίπου 4.560 Γάλλοι και Βιετναμέζοι αλεξιπτωτιστές θα λάμβαναν μέρος στην αποστολή. Η μυστικότητα τηρήθηκε αυστηρά: οι πιλότοι των αεροσκαφών δεν έμαθαν τον ακριβή προορισμό τους μέχρι την πτήση. Στο πρώτο κύμα συμμετείχαν στοιχεία του 17ου Αερομεταφερόμενου Μηχανικού Συντάγματος, του 1ου και 6ου Αποικιακού Τάγματος Αλεξιπτωτιστών, του 1ου Συντάγματος Κυνηγών Αλεξιπτωτιστών και του 35ου Σύνθετου Συντάγματος αερομεταφερόμενου ελαφρού πυροβολικού. Απέναντί τους είχαν τους Βιετμίνχ του Γκιάπ με το 910ο Τάγμα, το 148ο Σύνταγμα, έναν λόχο της 320ης Μεραρχίας και μια πυροβολαρχία της 351ης Μεραρχίας Πυροβολικού.



Οι μάχες της πρώτης ημέρας συνεχίστηκαν μέχρι το απόγευμα. Ο αιφνιδιασμός που υπέστησαν οι Βιετμίνχ ήταν απόλυτος και τα περιθώρια αντίδρασης μικρά. Όταν οι μονάδες των Βιετμίνχ είδαν τις απώλειές τους να πολλαπλασιάζονται τελικά αποσύρθηκαν νότια. Την επόμενη μέρα, η δεύτερη ομάδα αποτελούμενη από το 1ο Τάγμα Αλεξιπτωτιστών της Γαλλικής Λεγεώνας και του 8ου Τάγματος Αλεξιπτωτιστών μαζί με άλλα στοιχεία υποστήριξης και ολόκληρη την ομάδα διοίκησης υπό τον Ταξίαρχο Jean Gilles. Σε άλλη ζώνη πτώσης οι μηχανικοί άρχισαν γρήγορα την επισκευή και επιμήκυνση του αεροδρομίου. Οι Γάλλοι υπέστησαν 15-16 νεκρούς και 34 με 47 τραυματίες την ίδια στιγμή που οι αιφνιδιασμένοι Βιετμίνχ είχαν 115 νεκρούς, άγνωστο αριθμό τραυματιών και 4 αιχμαλώτους.


Αυτό ήταν και το προοίμιο της διάσημης μάχης του Ντιέν Μπιέν Φου που θα πραγματοποιηθεί στο ίδιο μέρος τέσσερις μήνες αργότερα. Θα αποτελέσει την τελευταία μεγάλη σύγκρουση του πολέμου της Ινδοκίνας, επειδή μετά από αυτήν την ήττα, η Γαλλία επιτάχυνε τις διαπραγματεύσεις που ξεκίνησαν στη Γενεύη για τη διευθέτηση της σύγκρουσης και εγκατέλειψε το βόρειο τμήμα του Βιετνάμ, μετά την υπογραφή αυτών των συμφωνιών τον Ιούλιο του 1954.

Παρασκευή 14 Αυγούστου 2020

Η πολιορκία της Δουνκέρκης και η τελευταία επιθετική ενέργεια των Γερμανών στη Γαλλία (Επιχείρηση «Μπλύχερ») τον Απρίλιο του 1945.

 Η κατάσταση και οι αντίπαλοι

Μετά την απόβαση στη Νορμανδία από τους Συμμάχους τον Ιούνιο του 1944 και το σταδιακό «ξήλωμα» των γερμανικών θέσεων, πολλά οχυρωμένα σημεία του Ατλαντικού Τείχους παρέμειναν υπό την κατοχή των Γερμανών. Με διαταγή του Χίτλερ στις 4 Σεπτεμβρίου 1944 ανακηρύχθηκαν ως οχυρά των οποίων οι φρουρές δεν θα παρέδιδαν στα σημαντικά λιμάνια/σημεία στον εχθρό. Γρήγορα οι πόλεις Διέππη, Οστένδη έπεσαν. Το Καλαί ακολούθησε την ίδια μοίρα στις 30 Σεπτεμβρίου μετά από 5ήμερη μάχη. Η γειτονική Δουνκέρκη, η πόλη-σύμβολο της επιτυχούς αποχώρησης των Συμμάχων το 1940 θα αποτελούσε ένα άπαρτο φρούριο που θα παρέμενε σε γερμανικά χέρια μέχρι τη λήξη του πολέμου.

Ο αποφασιστικός διοικητής αντιναύαρχος Φρίντριχ Φρίσιους ενέπνευσε τους 11.238 υπερασπιστές της Δουνκέρκης που προέρχονταν από διάφορες μονάδες, όπως των Μεραρχών 226, 346, 711, 49 της Βέρμαχτ, του Ναυτικού, της Αεροπορίας, εξασθενημένες από τις υποχωρητικές μάχες στη Γαλλία με 85 πυροβόλα διάφορων διαμετρημάτων, από 75 έως 200 χλστ. Ανάμεσά τους βρίσκονταν και περίπου 2.000 άνδρες των Waffen-SS.Η δύναμη χωρίστηκε σε 5 τμήματα και δημιουργήθηκε περίμετρος μέχρι 10 μίλια στα διπλανά χωριά, από το Νιούπορτ στα ΒΑ και τα Λούν Πλαζ, Μπερτζούς και Σπάικερ Νότια και ΝΑ,οχυρώνοντας κάθε πιθανή είσοδο στην πόλη. Τα εφόδια και πολεμοφόδια έφταναν τουλάχιστον μέχρι τον Αύγουστο του 1945. Τον ρόλο του πολιορκητή είχαν οι Καναδοί με εναλλαγές μονάδων την 5η Ταξιαρχία Πεζικού, την 4η Ταξιαρχία Ειδικών Επιχειρήσεων και την 154η Ταξιαρχία Πεζικού και αργότερα με την 1η Τεθωρακισμένη Ταξιαρχία Τσεχοσλοβάκων. Αποστολή είχαν την επιτήρηση, παρενόχληση και αναγνωριστικές επιθέσεις. Το σημείο της πόλης είχε προφανή πλεονεκτήματα για τους αμυνόμενους. Τα κανάλια χώριζαν την πόλη σε αμυνόμενους τομείς, δημιουργώντας φυσικά εμπόδια.Οι δρόμοι μπλοκαρίστηκαν από οδοφράγματα που δημιουργήθηκαν από τα συντρίμμια που ήταν τυπικά για κάθε πόλη που υπέστη αεροπορικό βομβαρδισμό. Δημιουργήθηκε ακόμη και στρατόπεδο αιχμαλώτων με 60 Βρετανούς, Καναδούς και Γάλλους αντιστασιακούς. Μέχρι τις 5 Οκτωβρίου ο άμαχος πληθυσμός είχε αποχωρήσει σχεδόν εξολοκλήρου.

Χάρτης της πόλης πριν την πολιορκία
Πηγή https://weaponsandwarfare.com/2020/06/05/operation-blucher-2/

Η πολιορκία

Από τις 7-8 Σεπτεμβρίου έως τις 15 του ίδιου μήνα στοιχεία της 2ης Καναδικής Μεραρχίας, επιχείρησαν επιθετικές ενέργειες περιορίζοντας τον θύλακα των αμυνόμενων καταλαμβάνοντας τα πέριξ χωριά/οικισμούς Μπουρμποργκ, Μπρέι Ντιούνς, Ντιβέλντ, Γκάιβελντ κ.α. και εισήλθαν και στην Μπερτζούς. Στο χωριό Λούν Πλάζ υπήρξε μεγάλη αντίσταση και αρκετές απώλειες εκατέρωθεν. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο τέλος κάθε συμμαχικός λόχος αριθμούσε περίπου 30 άνδρες. Οι επιτεθέμενοι είχαν τη δυσχέρεια να προωθούνται μέσα από πλημμυρισμένους δρόμους και ανοιχτά πεδία. Το Σπάικερ καταλήφθηκε στις 12 Σεπτεμβρίου από μια διλοχία αλλά δέχθηκε αμέσως αντεπίθεση και πυκνά πυρά. Μερικά παράκτια πυροβόλα των Γερμανών γύρισαν 180 μοίρες και έβαλλαν και αυτά. Οι συμμαχικές δυνάμεις της Ταξιαρχίας εν τέλει υποχώρησαν και συγκεντρώθηκαν στο Μπουρμποργκ. Νυχτερινή επιδρομή των συμμάχων στις 15/9 ήταν επιτυχής και 25 Γερμανοί πιάστηκαν αιχμάλωτοι. Όμως, προσπάθειες την ίδια ημέρα να περάσουν το κανάλι κατέληξαν σε αποτυχία. Οι Καναδικές απώλειες ανήλθαν σε πρίπου 300 συνολικά και αποφασίστηκε η πόλη να τεθεί υπό πολιορκία γιατί νέα έφοδος θα προκαλούσε πολλαπλάσιες απώλειες.

Η 4η, η 5η και η 6η Ταξιαρχία της 2ης Καναδικής Μεραρχίας στη συνέχεια διατάχθηκε να λάβει μέρος στη μάχη της Αμβέρσας και αντικαταστάθηκε με άλλες καναδικές μονάδες(154η Ταξιαρχία) και στις 6η Οκτωβρίου κατέφθασαν και οι δυνάμεις των Τσεχοσλοβάκων μαζί με άλλες βρετανικές (7ο Βασιλικό Σύνταγμα Τεθωρακισμένων) και γαλλικές δυνάμεις μαζί με πανσπερμία οχημάτων, αρμάτων μάχης και λοιπών όπλων.

Όμως η γερμανική άμυνα ήταν ενεργητική και εξαιρετικά δραστήρια υπό τον Φρίσιους. Ο τελευταίος αντιλήφθηκε τις συνεχείς εναλλαγές των μονάδων παρατήρησης και σε μια από τις επιδρομές/αντεπιθέσεις στη Γκάιβελντ και Μπρέυ Ντιούνς οι Γερμανοί κατάφεραν να καταλάβουν το κέντρο διοίκησης της 7ης Ταξιαρχίας Χάιλαντερς Άργκυλ και Σάδερλαντ. Στις 3 με 6 Οκτωβρίου 17.000 πολίτες, Βρετανοί αιχμάλωτοι και Γερμανοί τραυματίες αποχώρησαν από την πόλη μετά από σύντομη ανακωχή. Ο βασικός λόγος ήταν η παροχή περισσότερων εφοδίων για τους άνδρες του Φρίσιους. Οι Τσεχοσλοβάκοι συνέχισαν τις επιδρομές και τις επιθετικές επιχειρήσεις και σε μια από αυτές , στις 28 Οκτωβρίου αιχμαλώτισαν 300 Γερμανούς υφιστάμενοι περίπου 130 απώλειες. Οι θέσεις όμως των αμυνόμενων δεν άλλαξαν.

Ο Γερμανός διοικητής Φρίντριχ Φρίσιους

Επιχείρηση «Μπλύχερ».

Τον Απρίλιο του 1945 και ενώ το Γ' Ράιχ έπνεε τα λοίσθια και η Δουνκέρκη ήταν πλήρως απομονωμένη, ο Γερμανός διοικητής αποφάσισε την εκτέλεση μιας ισχυρής αντεπίθεσης. Η επίθεση ορίστηκε για την αυγή της 5ης Απριλίου 1945. 

Με ισχυρή κάλυψη πυροβολικού οι Γερμανοί κατέπεσαν πάνω στους ανυποψίαστους Τσέχους. Παρά τη σθεναρή αντίσταση η άμυνα κατέρρευσε από την επιθετική ορμή και γρήγορα ένα ένα τα σημεία καταλήφθηκαν.Οι Γερμανοί έφτασαν στο σημείο να ανακαταλάβουν ολόκληρη την παλαιά περίμετρο που είχαν καταφέρει να πάρουν οι Καναδοί τον Σεπτέμβριο του 1944. Όταν έφτασε η είδηση στο Βρετανικό Επιτελείο επικράτησε πανικός. Οι Καναδοί έσπευσαν να συνδράμουν τους υποχωρούντες Τσεχ/κους ενώ η RAF προσπαθούσε να συγκρατήσει τη γερμανική επίθεση με συνεχή χτυπήματα. Το μηχανικό άρχισε να ανατινάζει μια μια τις γέφυρες της περιμέτρου προκειμένου να σταματήσει την εχθρική προέλαση. Οι αναδιοργανωμένοι Τσεχ/κοι μαζί με τους Καναδούς επιχείρησαν αντεπίθεση με πλήρη αεροπορική κάλυψη αλλά χωρίς να ανακτήσουν τίποτα. Οι Τσεχ/κοι υπέστησαν απώλειες 768 ανδρών, 207 νεκροί και αγνοούμενοι και 461 τραυματίες σε αυτή τη μάχη. Η επίθεση είχε ως αποτέλεσμα τη διείσδυση των Γερμανών 15 χλμ μέσα στις συμμαχικές γραμμές. Οι Σύμμαχοι επιχείρησαν νέες αντεπιθέσεις χωρίς αποτέλεσμα μέχρι τις 4 Μαΐου. Πέντε μέρες αργότερα η γερμανική δύναμη παραδόθηκε. 

Οι γερμανικές απώλειες κατά τη διάρκεια της 9μηνης πολιορκίας και της τελευταίας επίθεσης ανήλθαν σε περίπου 1.000 άνδρες. Οι συμμαχικές απώλειες δεν αναφέρονται στο σύνολό τους, οι Καναδοί κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων του Σεπτεμβρίου 1944 είχαν τουλάχιστον 300 απώλειες, οι Τσεχ/κοι κατά τη «Μπλύχερ» και στις 28 Οκτωβρίου είχαν 910 και των Βρετανών είναι άγνωστες. Στους τελευταίους πρέπει να υπολογίζονται και οι απώλειες κατά τη διάρκεια μικρότερων επιχειρήσεων, επιδρομών, πυρών πυροβολικού κλπ.

Τσεχ/κοι της 1ης Τεθωρακισμένης Ταξιαρχίας.


Πηγές: -άρθρο της ιστοσελίδας «Weapons and Warfare»

             -Βίντεο της Mark Felton Productions , https://www.youtube.com/watch?v=FXqg-6YKU7Q

             -http://www.nasenoviny.com/DunkirkEN1944_45.html

             - www.bbc.co.uk/ww2peopleswar/stories/95/a8553495.shtml#selection-295.15-295.45


Πέμπτη 9 Ιανουαρίου 2020

Η μάχη της Ακόστα Νου (1869), τα παιδιά-στρατιώτες των Παραγουανών αμύνονται με απελπισία και κατασφάζονται.

Στη μάχη της Ακόστα Νου (16-8-1869) οι Παραγουανοί σε μια πρωτοφανή κίνηση απελπισίας έστειλαν 3.500 στρατιώτες, πολλοί από αυτούς παιδιά 8-15 ετών, απέναντι σε 20.000 βετεράνους Βραζιλιάνους.

Οι μικροί αυτοί στρατιώτες τοποθετήθηκαν σε ανοιχτό πεδίο, ιδανικό για να καταστούν στόχος από το πυροβολικό και να κατακοπούν από το ιππικό, όπως και έγινε. Η μάχη θα διαρκέσει οκτώ ώρες, με τους Παραγουανούς αρχικά να προβάλλουν σθεναρή αντίσταση. Μετά τις πρώτες επιθέσεις, τα στρατεύματα του Παραγουανού στρατηγού Bernardino Caballero κατέβηκαν στην άλλη πλευρά του ποταμού Yukyry, όπου είχαν οκτώ πυροβόλα και τους παρείχαν κάλυψη . Έβαλαν επίσης φωτιά στο δάσος για να αποκρύψουν τις τακτικές τους κινήσεις με καπνό. Η φωτιά όμως ξέφυγε από τον έλεγχο και γρήγορα εξαπλώθηκε μέσα από το ξηρό χορτάρι.

Το συμμαχικό πεζικό ήταν το πρώτο που προσπάθησε να διασχίσει τον ποταμό, αλλά απωθήθηκε. Ο διοικητής ντ' Εού, λοιπόν, διέταξε το πυροβολικό του να ανοίξει πυρ, το οποίο προκάλεσε μεγάλες απώλειες στην πλευρά της Παραγουάης. Τότε, το ιππικό του Βραζιλίας είχε τελικά φτάσει στο πεδίο της μάχης και διέσχισε τον ποταμό και πραγματοποίησε μια σαρωτική επίθεση ενάντια στη θέση των Παραγουανών. Τα στρατεύματα του στρατηγού Caballero αμύνθηκαν χρησιμοποιώντας ένα κλασικό τετράγωνο σχηματισμό με ξιφολόγχη . Ωστόσο, τα στρατεύματά του υπέστησαν μεγάλες απώλειες. Το συμμαχικό πεζικό επιτέθηκε ξανά με ξιφολόγχη, καταλαμβάνοντας τα οκτώ κανόνια και την παραγουανή θέση.

Τα παιδιά, όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά, έτρεχαν να προσκολληθούν στα πόδια των βραζιλιάνων στρατιωτών εν μέσω της ταραχώδους μάχης, παρακαλώντας για έλεος, μόνο και μόνο για να αποκεφαλιστούν χωρίς δισταγμό. 



Αργότερα, ο Βραζιλιάνος στρατηγός Dionísio Cerqueira, ο οποίος ήταν στη μάχη, έδωσε μια περιγραφή: «Τι φοβερός αγώνα μεταξύ της χριστιανικής ευσέβειας και του στρατιωτικού καθήκοντος! Οι στρατιώτες μας είπαν ότι δεν ήταν χαρά να μαχόμαστε ενάντια σε τέτοια παιδιά ».
«Το πεδίο ήταν γεμάτο νεκρούς και τραυματίες από τον εχθρό, μεταξύ των οποίων σε μεγάλο αριθμό, στρατιώτες , καλυμμένοι με αίμα, με σπασμένα τα πόδια, από τους οποίους δεν είχαν ακόμη φθάσει στην εφηβεία» πρόσθεσε.


Μόλις κατέρρευσε κάθε έννοια της άμυνας, τα τραυματισμένα παιδιά προσπάθησαν να εγκαταλείψουν το πεδίο της μάχης. Ωστόσο, ο βραζιλιάνος διοικητής, ο Κάουντ του Εού, διέταξε το ιππικό του να κόψει την υποχώρηση και να κατακάψει ό,τι βρει στον δρόμο του, συμπεριλαμβανομένου του πρόχειρου νοσοκομείου πλησίον του πεδίου της μάχης.

Εξαιτίας αυτών των ενεργειών οι Παραγουανοί διαλύθηκαν ολοσχερώς με 2.000 από αυτούς να κείτονται νεκροί ή τραυματίες και 1.500 να αιχμαλωτίζονται. Οι Βραζιλιάνοι είχαν 182 νεκρούς και 420 τραυματίες.

Τρίτη 7 Ιανουαρίου 2020

Το «θαύμα του Έμπελ». Οι Ισπανοί θριαμβεύουν το 1585 στις Ολλανδικές ακτές με τη «βοήθεια» της Παναγίας.

Το 1585, περίπου 3.000-4.000 Ισπανοί στρατιώτες, υπό τον Φρανσίσκο ντε Μπονταμπίγια, των ισπανικών τέρθιο στην ολλανδική επικράτεια αντιμετώπιζαν την πείνα κατά τη διάρκεια του πολέμου της Ολλανδικής ανεξαρτησίας(ή ογδοντακονταετής πόλεμος 1568-1648) πολιορκώντας το Χερτογκένμπος. Η περιοχή που εγκαταστάθηκαν, το νησί Βομελεβάαρντ (ανάμεσα στους ποταμούς Μάας και Βάαλ), υποτίθεται ότι θα τους συντηρούσε αλλά όλοι οι αγρότες είχαν φύγει μαζί με τα αγαθά και τα υπάρχοντά τους.

Επιπρόσθετα, 100 ολλανδικά πολεμικά πλοία υπό τον Φίλιππο Χόχενλοχ κατέφθαναν προς ενίσχυση μαζί με συνοδευτικές χερσαίες δυνάμεις. Ο Ολλανδός πρότεινε την τιμητική παράδοση των Ισπανών αλλά η απάντηση ήταν αποστομωτική : « Οι Ισπανοί στρατιώτες προτιμούν τον θάνατο από την ατίμωση. Θα μιλήσουμε για παράδοση μετά θάνατον» (Los infantes espanoles prefieren la muerte a la deshonra. Ya hablaremos de capitulación después de muertos.)

Οι Ολλανδοί έσπασαν τις οχυρώσεις του Βομελβαάρντ και ανάγκασαν τους Ισπανούς να υποχωρήσουν στο Έμπελ χωρίς να μπορούν να επιτεθούν στο Χερτογκένμπος καθώς το πεδίο είχε πλημμυρίσει. Η κατάσταση για τους Ισπανούς φαινόταν απελπιστική. Ένας Ισπανός στρατιώτης που έσκαψε μια τάφρο γύρω από την εκκλησία σχολίασε πικρόχολα «αυτό είναι πιο πιθανό να είναι ο τάφος μου παρά ένα όρυγμα». Καθώς έσκαψε, βρήκε μια εικόνα που απεικόνιζε τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου Παναγίας. Αυτό ερμηνεύτηκε ως σημάδι από τον Θεό και η εικόνα τοποθετήθηκε στην ισπανική σημαία.

Ο Φρανσίσκο συγκέντρωσε τους αξιωματικούς και τους είπε ότι όταν θα νύχτωνε έπρεπε να επιτεθούν στα εχθρικά πλοία. Κάποιοι καπετάνιοι «πρότειναν» να σκοτώσουν ο ένας τον άλλο, αντί να πέσουν στα εχθρικά πυρά, αλλά ο Μπονταμπίγια τους επίπληξε και στη συνέχεια τους ενθάρρυνε να πολεμήσουν μέχρι θανάτου - αναθέτοντας τη ζωή τους στην προστασία της Παναγίας.

Εκείνη τη νύχτα μια απότομη πτώση της θερμοκρασίας πάγωσε τα ρηχά νερά των πλημμυρών. Αυτό επέτρεψε, τις πρώτες πρωινές ώρες στις 8 Δεκεμβρίου 1585, στα ισπανικά στρατεύματα να βαδίσουν πάνω στον πάγο, να αιφνιδιάσουν πλήρως τους αντιπάλους τους και να κάψουν τα εχθρικά πλοία. Ο ναύαρχος Χόχενλοχ τότε αποκρίθηκε λέγοντας: «Φαίνεται ότι ο Θεός είναι Ισπανός για να κάνει τέτοιου είδους θαύμα γι 'αυτούς. Πέντε χιλιάδες Ισπανοί που ήταν επίσης πέντε χιλιάδες στρατιώτες (...) και πέντε χιλιάδες διάβολοι ». Την επομένη κατελήφθη και το πολιορκούμενο ολλανδικό οχυρό.

Την ίδια μέρα, η Παναγία ανακηρύχθηκε προστάτιδα των ισπανικών τέρθιος της Φλάνδρας και της Ιταλίας. Η παγίωση θα καθιερωθεί αρκετά αργότερα,στις 8 Δεκεμβρίου 1854 ενώ στις 12 Νοεμβρίου 1892 με βασιλική διαταγή της Μαρίας Χριστίνας της Αυστρίας η άμωμος Παναγία είναι η προστάτιδα του Πεζικού.

Κυριακή 5 Ιανουαρίου 2020

Αποστολή αυτοκτονίας στον Ειρηνικό, οι Ιάπωνες αλεξιπτωτιστές πραγματοποιούν επιδρομή στην Οκινάουα.

Στη φωτογραφία ο λοχαγός Okuyama και η 
μονάδα του αναχωρούν για την
τελευταία αποστολή 
τους.

Η Giretsu Kuteitai (που σημαίνει «ηρωικοί αλεξιπτωτιστές») ήταν αερομεταφερόμενη μονάδα ειδικών δυνάμεων του Αυτοκρατορικού Ιαπωνικού στρατού . Δημιουργήθηκε τον Νοέμβριο του 1944 σε μια έσχατη προσπάθεια αποτροπής των στρατηγικών βομβαρδισμών των μητροπολίτικων εδαφών της Ιαπωνίας.

Από τη μονάδα ειδικών δυνάμεων Teishin Shudan (επιπέδου μεραρχίας) δημιουργήθηκε υπό τον λοχαγό Michiro Okuyama το 1ο Τάγμα Καταδρομών. Αυτός με 126 άνδρες, (τον 4ο Λόχο) δημιούργησε την ομάδα Giretsu. Αρχικά οργανώθηκε σε πέντε διμοιρίες και μία ανεξάρτητη ομάδα καθώς και από 8 πράκτορες.

Το γεγονός ότι δεν υπήρχε σχέδιο απεμπλοκής της δύναμης, μαζί με την απόρριψη της παράδοσης στο ιαπωνικό στρατιωτικό δόγμα εκείνη την εποχή, σήμαινε ότι οι επιχειρήσεις Giretsu ήταν ουσιαστικά επιθέσεις αυτοκτονίας. Τα τελευταία λόγια του Okuyama πριν αναχωρήσει για την αποστολή ήταν τα εξής : «Αναχωρώ για την τελευταία μου εξόρμηση ως διοικητής της μοίρας, η πολυαναμενόμενη μέρα των μαχητών έφτασε τελικά. Η εκπαίδευση και ο ενθουσιασμός για τη συνάντηση με τον Αμερικανό εχθρό, είναι ο προάγγελος του τελικού μας σκοπού. Σήμερα λοιπόν.»

Τη νύχτα της 24ης Μαΐου 1945, 12 Ki-21-IIbs ξεκίνησαν έκαστο με 12 κομάντο προς τις βάσεις Γιομιτάν και Καντένα. Τέσσερα αεροσκάφη διέκοψαν την αποστολή καθώς παρουσίασαν πρόβλημα κινητήρα και άλλα τρία καταρρίφθηκαν, ωστόσο πέντε κατάφεραν να φθάσουν στο Αεροδρόμιο Γιοντάν με ένα μονάχα να προσγειώνεται με επιτυχία. Ήταν όμως αρκετό.

Περίπου 10 επιβιώσαντες επιδρομείς, οπλισμένοι με υποπολυβόλα και εκρηκτικά, σκόρπισαν το χάος. Έκαψαν 70.000 γαλόνια καυσίμου, κατέστρεψαν ή προκάλεσαν μεγάλες ζημιές σε 38 αεροσκάφη και σκότωσαν ή τραυμάτισαν 20 Αμερικανούς στρατιώτες. Από τα αμερικανικά αεροσκάφη καταστράφηκαν ολοσχερώς 3 μαχητικά Vought F4U Corsair , 4 μεταγωγικά C-47 και 2 βομβαρδιστικά PB4Y-2 Privateer ενώ προκλήθηκαν μεγάλες ζημιές σε 29 άλλα (2 βομβαρδιστικά PB4Y-2 , 3 μαχητικά F6F , 22 μαχητικά F4U, 2 μεταγωγικά C-47). Το αεροδρόμιο κατέστη μη επιχειρησιακό μέχρι τις 08:00 της επόμενης ημέρας.
Από την αποστολή επέζησε μόνο ένας μαχητής της μοίρας. Στη φωτογραφία
Αμερικανοί επεξεργάζονται νεκρούς Ιάπωνες των οποίων το αεροσκάφος
πραγματοποίησε αναγκαστική προσγείωση με αποτέλεσμα τον
θάνατο όλου του πληρώματος..

Μία ώρα μετά την έναρξη της μάχης, έφτασαν ενισχύσεις από Πεζοναύτες, εκκαθαρίζοντας τους επιβιώσαντες αλεξιπτωτιστές στο Yi Rong και η σύγχυση στο αεροδρόμιο σταδιακά υποχώρησε. Μέχρι τις 13:00 κάθε αντίσταση είχε σβήσει. Ένα μέλος της επιδρομής επιβίωσε και κατάφερε να διασχίσει το πεδίο της μάχης και να φτάσει στο αρχηγείο της 32ης Στρατιάς στην Οκινάουα στις 12 Ιουνίου.

Χαλάστρας Κωνσταντίνος