Ιστορία

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ευρωπαϊκοί Πόλεμοι. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ευρωπαϊκοί Πόλεμοι. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 12 Αυγούστου 2022

Ηρωισμός και σφαγή στην παγωμένη στέπα. Οι Γάλλοι του Ναπολέοντα καταδιώκονται από τους Ρώσους του Κουτούζωφ.

 Φεύγοντας από τη Μόσχα στις 18 Οκτωβρίου 1812 , η πάλαι ποτέ Μεγάλη Στρατιά του Ναπολέοντα θα προσπαθούσε να οπισθοχωρήσει και να εγκατασταθεί στο Σμολένσκ , 430 χιλιόμετρα δυτικά όπου και θα διαχείμαζε. Τις επόμενες τρεις εβδομάδες, ο στρατός χρειάστηκε να αντιμετωπίσει στερήσεις, απώλεια ηθικού, χαλαρή πειθαρχία, έλλειψη αλόγων και προμηθειών, δριμύ ψύχος και αδιάκοπες επιθέσεις από Κοζάκους και λοιπές ρωσικές μονάδες. Παρά το γεγονός ότι κατάφερε και έφτασε στην πόλη στις 9 Νοεμβρίου ο Ναπολέων συνειδητοποιεί ότι η θέση του Σμολένσκ δεν προσφέρει αυτό που θα ήθελε και επιλέγει να συνεχίσει την υποχώρηση προς το Μινσκ έχοντας την εσφαλμένη εντύπωση ότι ο Ρωσικός στρατός ήταν πλέον σε απόσταση. Όμως ο Κουτούζωφ ακολουθούσε τους Γάλλους σε μια παράλληλη διαδρομή νοτιότερα, αποφεύγοντας περιοχές που είχαν καταστραφεί οικονομικά από τις προηγούμενες μάχες. Ως εκ τούτου, φτάνει σε καλύτερη κατάσταση στο ίδιο σημείο με τους Γάλλους έχοντας 60.000 άνδρες στον τακτικό στρατό και 20.000 Κοζάκους σε μόνιμη παρενόχληση. Απέναντί τους βρίσκονταν 50.000 κατάκοποι μάχιμοι Γάλλοι και άλλοι 35.000 σε κατάσταση φυγάδων.

Πίνακας του Γερμανού ζωγράφου Peter von Hess ,
«Η μάχη του Κράσνι», 1849.


Οι πρώτες αψιμαχίες έγιναν στις 15 Νοεμβρίου , μέσα και γύρω από το Κράσνι. Ο Ναπολέων, ο οποίος διοικούσε προσωπικά 16.000 άνδρες της Αυτοκρατορικής Φρουράς , βάδισε στα υψώματα κατά μήκος του δρόμου, όπου ήταν τοποθετημένοι οι 17.000 άνδρες του Ρώσου στρατηγού Μιλοράντοβιτς . Εντυπωσιασμένος από την τάξη και την ηρεμία των επίλεκτων μονάδων της Φρουράς,ο Ρώσος αποφασίζει να μην τους αντιμετωπίσει αλλά να βομβαρδίσει από απόσταση. Τα ρωσικά πυροβόλα όμως δεν εμπόδισαν τη Φρουρά να συνεχίσει, χωρίς μεγάλες ζημιές, προς το Κράσνι. Μερικά τμήματα Κοζάκων υπό τον Ντενίσωφ αποφάσισαν να επιτεθούν. Η περιγραφή του αυτόπτη Ρώσου στρατηγού Νταβίντωφ είναι χαρακτηριστική για το αποτέλεσμα :


«…Το απόγευμα, είδαμε την παλιά φρουρά, να περικυκλώνει τον Ναπολέοντα. Οι εχθρικοί στρατιώτες (Γάλλοι), παρατηρούσαν την απειθαρχία μας αλλά κρατούσαν τα όπλα τους έτοιμα και συνέχισαν το δρόμο τους χωρίς βιασύνη. Σαν ένα κομμάτι γρανίτη, έμοιαζαν άτρωτοι. Δεν θα ξεχάσω ποτέ την απίστευτη αποφασιστικότητα αυτών των στρατιωτών, για τους οποίους η απειλή του θανάτου είναι μια καθημερινή και γνώριμη εμπειρία. Με τα μεγάλα καπέλα τους από δέρμα αρκούδας, τις μπλε στολές τους, τα κόκκινα λοφία τους, τις επωμίδες τους, έμοιαζαν με παπαρούνες στο χιονισμένο πεδίο μάχης… Η μια φάλαγγα μετά την άλλη έβρισκε τον θάνατο, σκορπίζοντάς τον με τα όπλα τους και γελώντας με το ασήμαντο ιππικό μας. Η Αυτοκρατορική Φρουρά με ανάμεσά τους ο Ναπολέων πέρασε τις τάξεις των Κοζάκων μας όπως ένα πλοίο με 100 πυροβόλα θα είχε περάσει μέσα από έναν στολίσκο από ψαροκάικα. »


Την επόμενη ημέρα, 16/11, οι στρατιώτες του Μιλοράντοβιτς έκοψαν τον δρόμο που οδηγούσε στο Κρασνι και προκάλεσαν μεγάλες απώλειες στο 4ο σώμα του Eugène de Beauharnais , το οποίο έχασε 2.000 άνδρες καθώς και τη φάλαγγα με τα εφόδια και το πυροβολικό του. Στις τρεις το μεσημέρι της 17 Νοεμβρίου, οι 9.000 άνδρες του 1ου Σώματος του Νταβού έσπευσαν προς το Κράσνι. Οι αναφορές για την ήττα του Eugene την προηγούμενη μέρα ήταν τόσο φρικτές που ο Νταβού θεώρησε ότι ήταν απαραίτητο να εγκαταλείψει το αρχικό του σχέδιο να περιμένει το 3ο Σώμα του Νέι , το οποίο ακόμα δεν είχε φύγει από το Σμόλενσκ. Ο Μιλοράντοβιτς λαμβάνει άδεια να συνεχίσει την επίθεσή του με ένα τεράστιο μπαράζ πυροβολικού στον Νταβούτ κοντά στο Ιέσκοβο. Προκλήθηκε χάος και πανικόβλητα, τα γαλλικά στρατεύματα άρχισαν να υποχωρούν μόνο και μόνο για να σφαγιαστούν ανελέητα από το ρωσικό ιππικό.


Σε αυτή την κρίσιμη στιγμή, ο Ναπολέων ένιωσε ότι, για πρώτη φορά τις τελευταίες εβδομάδες, ήταν αυτός που είχε την πρωτοβουλία. Σύμφωνα με τα γραπτά του Γάλλου στρατηγού και μετέπειτα διπλωμάτη Armand de Caulaincourt : «Η τροπή των γεγονότων, που ανέτρεψε όλους τους υπολογισμούς του Αυτοκράτορα θα είχε κατακλύσει οποιονδήποτε άλλο στρατηγό. Αλλά ο Αυτοκράτορας ήταν πιο δυνατός στις αντιξοότητες και γινόταν πιο πεισματάρης όταν ο κίνδυνος φαινόταν επικείμενος. » Αμέσως πριν νυχτώσει, ο Ναπολέων προετοίμασε την Αυτοκρατορική του Φρουρά για να πραγματοποιήσει μια εικονική επίθεση εναντίον του Μιλοράντοβιτς και του μεγαλύτερου μέρους του ρωσικού στρατού ελπίζοντας να απωθήσει τους Ρώσους για αρκετό χρονικό διάστημα ώστε να λάβει ενισχύσεις από τον Νταβού και τον Νέι και να ξαναρχίσει αμέσως την υποχώρησή του. Παράλληλα, οι Ρώσοι ετοιμάζονταν για το τελειωτικό χτύπημα στον Κορσικανό αυτοκράτορα...

.. Στις πέντε το απόγευμα της 17ης Νοεμβρίου 1812, 11.000 άνδρες, μεταξύ αυτών και 6.000 της Νέας και Παλαιάς Φρουράς, υπό τον Έντουαρτ Μορτιέ βγήκαν έξω από το Κράσνι για να εξασφαλίσουν τα περίχωρα της πόλης στα ανατολικά και νοτιοανατολικά και να κερδίσουν χρόνο για τις υπόλοιπες γαλλικές δυνάμεις. Ο Ναπολέων τέθηκε επικεφαλής των γρεναδιέρων της Παλαιάς Φρουράς, δηλώνοντας: «Έπαιξα τον Αυτοκράτορα αρκετό καιρό! Ήρθε η ώρα να παίξω τον στρατηγό! »

Πίνακας του Γάλλου ζωγράφου Adolphe Yvon (1817–1893)
«Ο στρατηγος Νέι μάχεται με την οπισθοφυλακή κατά
τη διάρκεια της υποχώρησης από τη Μόσχα».

«Τάγματα και πυροβολικό απέκλεισαν τον ορίζοντα από τρεις πλευρές - μπροστά, στα δεξιά μας και πίσω μας». Παρά την τοπική συντριπτική αριθμητική υπεροχή ο Κουτούζωφ δεν τόλμησε να επιτεθεί και έτσι οι Ρώσοι πέρασαν το υπόλοιπο της ημέρας, σε απόσταση από τη Φρουρά, εκτός βεληνεκούς των γαλλικών τυφεκίων και της ξιφολόγχης, αρκούμενοι να τους κανονιοβολούν από απόσταση. Νέα σύγκρουση ξέσπασε στο κοντινό χωριό Ουβάροβο, όπου οι Γάλλοι εκδίωξαν τους εκεί Ρώσους αλλά υπέστησαν βαριές απώλειες στη συνέχεια από το ρωσικό πυροβολικό. Το τελευταίο θα είχε ένα τρομερά αιματηρό έργο να επιτελέσει εκείνη την ημέρα. Τα καταδιωκώμενα τμήματα του Νταβού που είχαν συνεχώς τους Κοζάκους στο κατόπι τους δέχόνταν πλέον και τις πυρακτωμένες οβίδες . Μια πρώτη επίθεση ανακατάληψης του χωριού με θωρακοφόρους του ιππικού αποκρούστηκε από τη Φρουρά αλλά η δεύτερη διέσπασε τις γραμμές της. Τα ρωσικά κανόνια στη συνέχεια εξαΰλωσαν ένα δεύτερο τμήμα που επιχείρησε να κρατήσει τη γραμμή άμυνας.


Γύρω στις 11 π.μ. της 18ης Νοεμβρίου, καθώς η Αυτοκρατορική Φρουρά, παρά τις μεγάλες απώλειες, κρατούσε κοντά στο Ουβάροβο, ο Ναπολέων έλαβε αναφορές ότι τα στρατεύματα του Τορμάσοφ ήταν έτοιμα να βαδίσουν δυτικά από το Κράσνι. Αυτά τα νέα, σε συνδυασμό με την τρομερη αιμορραγία της Φρουράς, ανάγκασαν τον Ναπολέοντα να εγκαταλείψει την ιδέα του να αντισταθεί αρκετά για να επιτρέψει στο 3ο Σώμα του Νέι να φτάσει στο Κράσνι. Η ανθεκτικότητα της Φρουράς μειωνόταν ταχύτατα και ο Μορτιέ διέταξε υποχώρηση, προτού τα υπόλοιπα στρατεύματα περικυκλωθούν και καταστραφούν. Σαν να βρισκόταν σε άσκηση και απόλυτα πειθαρχημένα, παρά τις απίστευτες κακουχίες τόσων ημερών και τις φρικτες απώλειες, η Φρουρά γύρισε και συνέχισε το δρόμο προς το Κράσνι, αντιμετωπίζοντας έναν τρομερό καταιγισμό πυροβολικού στο δρόμο. Η 17η Νοεμβρίου του 1812 ήταν ίσως η πιο αιματηρή μέρα της. Μόνο 3.000 άνδρες από τους 6.000 είχαν επιζήσει από τους ρωσικούς βομβαρδισμούς του Ουβάροβο. Ο Κουτούζοφ και 70.000 στρατιώτες έσπευσαν να καταλάβουν το Κράσνι και τα περίχωρά του το βράδυ της ίδιας ημέρας.


Στις 15.00 της 18ης Νοεμβρίου , το 3ο Σώμα του Νέι ήρθε σε επαφή με τον Μιλοράντοβιτς, ο οποίος είχε στείλει 12.000 άνδρες σε έναν λόφο με θέα τη βαθιά χαράδρα της Λοσμίνα . Ο Νέι είχε ακόμη 8.000 στρατιώτες και 7.000 φυγάδες υπό τις διαταγές του. Πιστεύοντας ότι ο Νταβού βρισκόταν ακόμα στο Κράσνι, ακριβώς πίσω από τις στήλες του Μιλοράντοβιτς, ο Νέι απέρριψε μια προσφορά τιμητικής παράδοσης και προσπάθησε να περάσει με ορμή μέσα από τις τάξεις του εχθρού. Τα γαλλικά στρατεύματα μαζεύοντας κάθε ικμάδα ηθικού κατάφεραν να διασπάσουν τις δύο πρώτες γραμμές του ρωσικού πεζικού. Έφτασαν όμως στα όριά τους. Η τρίτη γραμμή μαζί με το πυροβολικό αντεπιτέθηκε και τους ανέτρεψε.


Η περιγραφή του Βρετανού αυτόπτη μάρτυρα Σερ Ρόμπερτ Ουίλσον είναι κάτι παραπάνω από γλαφυρή : «Σαράντα πυροβόλα έβγαλαν ταυτόχρονα τις φλόγες τους και έριξαν το καταστροφικό τους πυρ στους επιτιθέμενους Γάλλους. Οι περισσότεροι Ρώσοι, κραυγάζοντας εκ των προτέρων το «huzza!» τους, είχαν εφορμήσει με τοποθετημένες τις ξιφολόγχες και χωρίς καμία ομοβροντία με τα τυφέκια. Ακολούθησε σύντομος αιματηρός αγώνας και ο εχθρός, μη μπορώντας να συγκρατηθεί, εκδιώχτηκε στη χαράδρα. Η κορυφή και οι πλαγιές του λόφου καλύφθηκαν από νεκρούς και ετοιμοθάνατους Γάλλους. Όλα τα ρωσικά όπλα έσταζαν αίμα και οι τραυματίες, στην απελπισμένη τους κατάσταση, φώναζαν «θάνατο» ως το μεγαλύτερο έλεος που θα μπορούσε να τους επιδειχθεί. »


Η τρομερή ήττα του 3ου Σώματος ήταν τόσο πλήρης που ο Μιλοράντοβιτς κάνει ιπποτικά εκ νέου μια προσφορά παράδοσης . Και πάλι ο Νέι αρνείται να υποταχθεί και με 2.000 επιζώντες – ό,τι έχει απομείνει από τον στρατό του – καταφέρνει να ξεφύγει, καταδιωκόμενος στο δάσος από τους Κοζάκους του Ματβέι Πλατόφ. Την προηγούμενη ημέρα είχε δηλώσει πως «όλοι οι Κοζάκοι και οι Ρώσοι του κόσμου δεν θα τον εμπόδιζαν να επανενωθεί με τον στρατό». Οι πράξεις του έδειχναν ότι εννοούσε κάθε λέξη. Για τις επόμενες δύο ημέρες, ο Νέι και το μικρό τμήμα του απέκρουαν τις επιθέσεις των Κοζάκων, βαδίζοντας δυτικά μέσα από μονοπάτια αναζητώντας τον στρατό του Ναπολέοντα. Σύντομα το απόσπασμά του αποτελούνταν από μόλις 800 μάχιμους επιζώντες και στις 20 Νοεμβρίου ο Νέι και ο Ναπολέων βρέθηκαν επιτέλους κοντά στην Όρσα. Για τα εντελώς αποκαρδιωμένα γαλλικά στρατεύματα, αυτό το γεγονός θεωρήθηκε συναισθηματικά ισοδύναμο μιας μεγάλης νίκης .Η ψυχραιμία του Νέι μπροστά στην ήττα στο Κράσνι του χάρισε την αθανασία στα χρονικά της στρατιωτικής ιστορίας καθώς ο Ναπολέων του απένειμε τον τίτλο του «Γενναίου των γενναίων». Οι Γάλλοι είχαν συνολικά απώλειες 10.000 νεκρών και τραυματιών καθώς και 20.000 ανδρών που αδυνατώντας και να κουνηθούν ακόμα, παραδόθηκαν. Οι Ρώσοι από την άλλη πλευρά είχαν περίπου 5.000 νεκρούς και τραυματίες.

Χαλάστρας Κωνσταντίνος


Τρίτη 7 Ιανουαρίου 2020

Το «θαύμα του Έμπελ». Οι Ισπανοί θριαμβεύουν το 1585 στις Ολλανδικές ακτές με τη «βοήθεια» της Παναγίας.

Το 1585, περίπου 3.000-4.000 Ισπανοί στρατιώτες, υπό τον Φρανσίσκο ντε Μπονταμπίγια, των ισπανικών τέρθιο στην ολλανδική επικράτεια αντιμετώπιζαν την πείνα κατά τη διάρκεια του πολέμου της Ολλανδικής ανεξαρτησίας(ή ογδοντακονταετής πόλεμος 1568-1648) πολιορκώντας το Χερτογκένμπος. Η περιοχή που εγκαταστάθηκαν, το νησί Βομελεβάαρντ (ανάμεσα στους ποταμούς Μάας και Βάαλ), υποτίθεται ότι θα τους συντηρούσε αλλά όλοι οι αγρότες είχαν φύγει μαζί με τα αγαθά και τα υπάρχοντά τους.

Επιπρόσθετα, 100 ολλανδικά πολεμικά πλοία υπό τον Φίλιππο Χόχενλοχ κατέφθαναν προς ενίσχυση μαζί με συνοδευτικές χερσαίες δυνάμεις. Ο Ολλανδός πρότεινε την τιμητική παράδοση των Ισπανών αλλά η απάντηση ήταν αποστομωτική : « Οι Ισπανοί στρατιώτες προτιμούν τον θάνατο από την ατίμωση. Θα μιλήσουμε για παράδοση μετά θάνατον» (Los infantes espanoles prefieren la muerte a la deshonra. Ya hablaremos de capitulación después de muertos.)

Οι Ολλανδοί έσπασαν τις οχυρώσεις του Βομελβαάρντ και ανάγκασαν τους Ισπανούς να υποχωρήσουν στο Έμπελ χωρίς να μπορούν να επιτεθούν στο Χερτογκένμπος καθώς το πεδίο είχε πλημμυρίσει. Η κατάσταση για τους Ισπανούς φαινόταν απελπιστική. Ένας Ισπανός στρατιώτης που έσκαψε μια τάφρο γύρω από την εκκλησία σχολίασε πικρόχολα «αυτό είναι πιο πιθανό να είναι ο τάφος μου παρά ένα όρυγμα». Καθώς έσκαψε, βρήκε μια εικόνα που απεικόνιζε τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου Παναγίας. Αυτό ερμηνεύτηκε ως σημάδι από τον Θεό και η εικόνα τοποθετήθηκε στην ισπανική σημαία.

Ο Φρανσίσκο συγκέντρωσε τους αξιωματικούς και τους είπε ότι όταν θα νύχτωνε έπρεπε να επιτεθούν στα εχθρικά πλοία. Κάποιοι καπετάνιοι «πρότειναν» να σκοτώσουν ο ένας τον άλλο, αντί να πέσουν στα εχθρικά πυρά, αλλά ο Μπονταμπίγια τους επίπληξε και στη συνέχεια τους ενθάρρυνε να πολεμήσουν μέχρι θανάτου - αναθέτοντας τη ζωή τους στην προστασία της Παναγίας.

Εκείνη τη νύχτα μια απότομη πτώση της θερμοκρασίας πάγωσε τα ρηχά νερά των πλημμυρών. Αυτό επέτρεψε, τις πρώτες πρωινές ώρες στις 8 Δεκεμβρίου 1585, στα ισπανικά στρατεύματα να βαδίσουν πάνω στον πάγο, να αιφνιδιάσουν πλήρως τους αντιπάλους τους και να κάψουν τα εχθρικά πλοία. Ο ναύαρχος Χόχενλοχ τότε αποκρίθηκε λέγοντας: «Φαίνεται ότι ο Θεός είναι Ισπανός για να κάνει τέτοιου είδους θαύμα γι 'αυτούς. Πέντε χιλιάδες Ισπανοί που ήταν επίσης πέντε χιλιάδες στρατιώτες (...) και πέντε χιλιάδες διάβολοι ». Την επομένη κατελήφθη και το πολιορκούμενο ολλανδικό οχυρό.

Την ίδια μέρα, η Παναγία ανακηρύχθηκε προστάτιδα των ισπανικών τέρθιος της Φλάνδρας και της Ιταλίας. Η παγίωση θα καθιερωθεί αρκετά αργότερα,στις 8 Δεκεμβρίου 1854 ενώ στις 12 Νοεμβρίου 1892 με βασιλική διαταγή της Μαρίας Χριστίνας της Αυστρίας η άμωμος Παναγία είναι η προστάτιδα του Πεζικού.

Τρίτη 24 Δεκεμβρίου 2019

Μάχη του Αγίου Ιάκωβου, 26/8/1444, 1.500 επιτίθενται σε 30.000.


Η μάχη του Αγίου Ιακώβου διεξήχθη μεταξύ της παλαιάς Ελβετικής Ομοσπονδίας και της Γαλλίας στις όχθες του ποταμού Μπιρς.

Η παλαιά Ελβετική Ομοσπονδία έστειλε 1.300 άνδρες απο τη φρουρά του Φάρνσμπουργκ μαζί με 200 από την Βάζελ Λάντσαφτ να αντιμετωπίσουν τους πανοπλους Γάλλους του μετέπειτα βασιλιά Λουδοβίκου ΙΒ'. Ενθουσιώδεις οι Ελβετοί, πέτυχαν τοπικές νικές με εμπροσθοφυλακές στο Πράτερνλ και Μούτελν. Μόλις αντίκρυσαν τον υπόλοιπο γαλλικό στρατό αποφάσισαν την άμεση επίθεση.

Οπλισμένοι με τις μακριές λόγχες τους σε πυκνούς και συμπαγείς σχηματισμούς 3 τμημάτων τετραγώνων, εφόρμησαν ενάντια σε έναν εχθρό που υπερτερούσε τουλάχιστον 20 προς 1 και έμεινε άναυδος.

Κατέκοψαν το εχθρικό ιππικό που έσπασε στον "γρανιτενιο" Ελβετικό βράχο και συνέχισαν την προέλαση, "βγάζοντας τα βέλη από τις βαλλιστρες από το σώμα τους συνεχίζοντας την μάχη, ακόμα και όταν είχαν κατακοπει από τους αντιπάλους και ειχαν μείνει χωρίς χέρια" , σύμφωνα με τον Αινεία Σίλβιους (μετέπειτα Πάπα Πιο Β').

Αφηνιασμενος ο Λουδοβίκος διατάζει να τους κυκλωσουν και επιτέλους να τους ξεπαστρεψουν. Οι Ελβετοί κάνουν τετράγωνο με καρφωμενες τις λόγχες, το "hedgehog"(σκαντζοχοιρος) αποκρούουν τις νέες επιθέσεις, ενώ ένας Αυστριακός ευγενής που προτείνει παράδοση λιθοβολειται.

Μετά από 10 ώρες μάχης οι 700 εναπομείναντες Ελβετοί τοξευονται και κανονιοβολουνται (κατέφυγαν σε ένα νοσοκομείο) σχεδόν μέχρις ενός. Επέζησαν 10.

Παρ' ολα αυτά στρατηγικά νίκησαν. Ο φρικαρισμενος Λουδοβίκος με τους 2.500-4.000 νεκρούς, αναβάλλει την εκστρατεία, επιστρέφει στην Γαλλία, συνάπτει συμμαχία με την Ελβετία και αρχίζει να προσλαμβάνει Ελβετούς μισθοφόρους.

Η μάχη αποτέλεσε σύμβολο του αγωνιστικού πνεύματος και της ανωτερότητας και συνέβαλε στο μύθο του ηρωϊκού της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σε όλη την Ευρώπη. Συνέχισε να τραγουδιέται στον πρώην Ελβετικό εθνικό ύμνο "Call Fatherland", που ίσχυε μέχρι το 1961.

Τετάρτη 4 Δεκεμβρίου 2019

Η μάχη της Νάρβας (1700). Οι Σουηδοί κατατροπώνουν τον τσαρικό στρατό.

Από το 1611 έως το 1721, η Σουηδία ήταν μια μεγάλη ευρωπαϊκή δύναμη, κυρίαρχη στην προσπάθεια ελέγχου της Βαλτικής Θάλασσας και με μια μικρή αριθμητικά, αλλά τρομερή στρατιωτικά δύναμη.


Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, που ονομάζεται Stormaktstiden (Η εποχή της Μεγάλης Δύναμης), η σουηδική αυτοκρατορία κατείχε μια επικράτεια πάνω από το διπλάσιο του μεγέθους των σύγχρονων συνόρων της και μία από τις πιο επιτυχημένες στρατιωτικές δυνάμεις εκείνης της εποχής, αποδεικνύοντας πολλές φορές σε πεδία μάχης. 

Ένα από αυτά ήταν και η Νάρβα το 1700. Ο Σουηδός βασιλιάς Κάρολος Ιβ' -ο οποίος ανέβηκε στο θρόνο το 1697, παρά την νεαρή ηλικία του, αποδείχθηκε αποφασιστικός κυβερνήτης και "ήταν ερωτευμένος με τον πόλεμο"- αντιμετώπισε τους Ρώσους υπό τον Ευγένιο ντε Κρουί. 

Οι τελευταίοι με 35-40.000 άνδρες και 195 κανόνια πολιορκούσαν τους 1.800 υπερασπιστές του φρουρίου της Νάρβας και ο Σουηδός βασιλιάς έσπευσε να λύσει την πολιορκία με 10.500 άνδρες και 37 κανόνια. Οι Σουηδοί προσέγγισαν τον ρωσικό στρατό στις 10 π.μ. και άρχισαν να προετοιμάζονται για την επίθεση. Ο Ντε Κρουί ανησυχούσε για το μικρό μέγεθος του σουηδικού στρατού και θεωρούσε ότι αυτό ήταν μόνο η εμπροσθοφυλακή των κυριότερων δυνάμεων.

Στις 2 μ. μ. οι Σουηδοί ξεκίνησαν την επίθεσή τους. Εκείνη τη στιγμή ο άνεμος άλλαξε και η χιονοθύελλα έπεφτε στα μάτια των Ρώσων. Μερικοί Σουηδοί αξιωματικοί ζήτησαν να αναβάλουν την επίθεση μέχρι το τέλος της καταιγίδας, αλλά ο Κάρολος άδραξε την ευκαιρία και προέλασε στις ρωσικές θέσεις υπό την κάλυψη του καιρού.

Οι Σουηδοί επιτέθηκαν με δύο συμπαγείς ομάδες, πλησίασαν γρήγορα τις ρωσικές θέσεις και έβαλαν μια ομοβροντία κατά την οποία οι Ρώσοι "έπεσαν σαν στάχυα ". Αρχικά, οι Ρώσοι αντιστάθηκαν : «Απάντησαν με ομοβροντία και σκότωσαν πολλούς », αλλά μέσα σε 15 λεπτά οι Σουηδοί πλησίασαν τα ορύγματα , έσπασαν την εχθρική αμυντική γραμμή και ξεκίνησε μια «τρομερή σφαγή». 


Ενεργώντας σύμφωνα με το σχέδιο, οι πειθαρχημένοι Σουηδοί μετακινήθηκαν στα νότια και στα βόρεια κατά μήκος της γραμμής οχύρωσης, συνθλίβοντας τη ρωσική άμυνα. Επιτέθηκαν στα ρωσικά συντάγματα και τα εξόντωναν ένα προς ένα. Υπήρξε πανικός και χάος, οι Ρώσοι στρατιώτες άρχισαν να σκοτώνουν τους αξιωματικούς και ο Κροΐ με το προσωπικό του έσπευσε να παραδοθεί. Πανικοβλημένες μάζες στρατευμάτων των Ρώσων έσπευσαν στην παρακείμενη γέφυρα του Καμπέρχολμ, που βρίσκεται στο βόρειο άκρο της αμυντικής γραμμής. Σε ένα κρίσιμο σημείο, η γέφυρα κατέρρευσε κάτω από τα υποχωρούντα ρωσικά στρατεύματα. Στη δεξιά (βόρεια) πλευρά των Ρώσων, μόνο δύο συντάγματα διατήρησαν τη σειρά μάχης. Αναδιπλώθηκαν σε τετράγωνα και αυτοσχέδιες οχυρώσεις φορταμαξών μαζί με ένα μέρος των υποχωρούντων στρατιωτών. 

Η μάχη της Νάρβας ήταν μια τρομερή ήττα για το ρωσικό στρατό. Συνολικά, οι Σουηδοί αιχμαλώτισαν 10 στρατηγούς και 10 συνταγματάρχες, 173 πυροβόλα, προκάλεσαν 18.000 απώλειες στον εχθρό, υφιστάμενοι 667 νεκρούς(31 αξ/κοι) και 1.247(66 αξ/κοι) τραυματίες.