Ιστορία

Παρασκευή 14 Αυγούστου 2020

Η πολιορκία της Δουνκέρκης και η τελευταία επιθετική ενέργεια των Γερμανών στη Γαλλία (Επιχείρηση «Μπλύχερ») τον Απρίλιο του 1945.

 Η κατάσταση και οι αντίπαλοι

Μετά την απόβαση στη Νορμανδία από τους Συμμάχους τον Ιούνιο του 1944 και το σταδιακό «ξήλωμα» των γερμανικών θέσεων, πολλά οχυρωμένα σημεία του Ατλαντικού Τείχους παρέμειναν υπό την κατοχή των Γερμανών. Με διαταγή του Χίτλερ στις 4 Σεπτεμβρίου 1944 ανακηρύχθηκαν ως οχυρά των οποίων οι φρουρές δεν θα παρέδιδαν στα σημαντικά λιμάνια/σημεία στον εχθρό. Γρήγορα οι πόλεις Διέππη, Οστένδη έπεσαν. Το Καλαί ακολούθησε την ίδια μοίρα στις 30 Σεπτεμβρίου μετά από 5ήμερη μάχη. Η γειτονική Δουνκέρκη, η πόλη-σύμβολο της επιτυχούς αποχώρησης των Συμμάχων το 1940 θα αποτελούσε ένα άπαρτο φρούριο που θα παρέμενε σε γερμανικά χέρια μέχρι τη λήξη του πολέμου.

Ο αποφασιστικός διοικητής αντιναύαρχος Φρίντριχ Φρίσιους ενέπνευσε τους 11.238 υπερασπιστές της Δουνκέρκης που προέρχονταν από διάφορες μονάδες, όπως των Μεραρχών 226, 346, 711, 49 της Βέρμαχτ, του Ναυτικού, της Αεροπορίας, εξασθενημένες από τις υποχωρητικές μάχες στη Γαλλία με 85 πυροβόλα διάφορων διαμετρημάτων, από 75 έως 200 χλστ. Ανάμεσά τους βρίσκονταν και περίπου 2.000 άνδρες των Waffen-SS.Η δύναμη χωρίστηκε σε 5 τμήματα και δημιουργήθηκε περίμετρος μέχρι 10 μίλια στα διπλανά χωριά, από το Νιούπορτ στα ΒΑ και τα Λούν Πλαζ, Μπερτζούς και Σπάικερ Νότια και ΝΑ,οχυρώνοντας κάθε πιθανή είσοδο στην πόλη. Τα εφόδια και πολεμοφόδια έφταναν τουλάχιστον μέχρι τον Αύγουστο του 1945. Τον ρόλο του πολιορκητή είχαν οι Καναδοί με εναλλαγές μονάδων την 5η Ταξιαρχία Πεζικού, την 4η Ταξιαρχία Ειδικών Επιχειρήσεων και την 154η Ταξιαρχία Πεζικού και αργότερα με την 1η Τεθωρακισμένη Ταξιαρχία Τσεχοσλοβάκων. Αποστολή είχαν την επιτήρηση, παρενόχληση και αναγνωριστικές επιθέσεις. Το σημείο της πόλης είχε προφανή πλεονεκτήματα για τους αμυνόμενους. Τα κανάλια χώριζαν την πόλη σε αμυνόμενους τομείς, δημιουργώντας φυσικά εμπόδια.Οι δρόμοι μπλοκαρίστηκαν από οδοφράγματα που δημιουργήθηκαν από τα συντρίμμια που ήταν τυπικά για κάθε πόλη που υπέστη αεροπορικό βομβαρδισμό. Δημιουργήθηκε ακόμη και στρατόπεδο αιχμαλώτων με 60 Βρετανούς, Καναδούς και Γάλλους αντιστασιακούς. Μέχρι τις 5 Οκτωβρίου ο άμαχος πληθυσμός είχε αποχωρήσει σχεδόν εξολοκλήρου.

Χάρτης της πόλης πριν την πολιορκία
Πηγή https://weaponsandwarfare.com/2020/06/05/operation-blucher-2/

Η πολιορκία

Από τις 7-8 Σεπτεμβρίου έως τις 15 του ίδιου μήνα στοιχεία της 2ης Καναδικής Μεραρχίας, επιχείρησαν επιθετικές ενέργειες περιορίζοντας τον θύλακα των αμυνόμενων καταλαμβάνοντας τα πέριξ χωριά/οικισμούς Μπουρμποργκ, Μπρέι Ντιούνς, Ντιβέλντ, Γκάιβελντ κ.α. και εισήλθαν και στην Μπερτζούς. Στο χωριό Λούν Πλάζ υπήρξε μεγάλη αντίσταση και αρκετές απώλειες εκατέρωθεν. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο τέλος κάθε συμμαχικός λόχος αριθμούσε περίπου 30 άνδρες. Οι επιτεθέμενοι είχαν τη δυσχέρεια να προωθούνται μέσα από πλημμυρισμένους δρόμους και ανοιχτά πεδία. Το Σπάικερ καταλήφθηκε στις 12 Σεπτεμβρίου από μια διλοχία αλλά δέχθηκε αμέσως αντεπίθεση και πυκνά πυρά. Μερικά παράκτια πυροβόλα των Γερμανών γύρισαν 180 μοίρες και έβαλλαν και αυτά. Οι συμμαχικές δυνάμεις της Ταξιαρχίας εν τέλει υποχώρησαν και συγκεντρώθηκαν στο Μπουρμποργκ. Νυχτερινή επιδρομή των συμμάχων στις 15/9 ήταν επιτυχής και 25 Γερμανοί πιάστηκαν αιχμάλωτοι. Όμως, προσπάθειες την ίδια ημέρα να περάσουν το κανάλι κατέληξαν σε αποτυχία. Οι Καναδικές απώλειες ανήλθαν σε πρίπου 300 συνολικά και αποφασίστηκε η πόλη να τεθεί υπό πολιορκία γιατί νέα έφοδος θα προκαλούσε πολλαπλάσιες απώλειες.

Η 4η, η 5η και η 6η Ταξιαρχία της 2ης Καναδικής Μεραρχίας στη συνέχεια διατάχθηκε να λάβει μέρος στη μάχη της Αμβέρσας και αντικαταστάθηκε με άλλες καναδικές μονάδες(154η Ταξιαρχία) και στις 6η Οκτωβρίου κατέφθασαν και οι δυνάμεις των Τσεχοσλοβάκων μαζί με άλλες βρετανικές (7ο Βασιλικό Σύνταγμα Τεθωρακισμένων) και γαλλικές δυνάμεις μαζί με πανσπερμία οχημάτων, αρμάτων μάχης και λοιπών όπλων.

Όμως η γερμανική άμυνα ήταν ενεργητική και εξαιρετικά δραστήρια υπό τον Φρίσιους. Ο τελευταίος αντιλήφθηκε τις συνεχείς εναλλαγές των μονάδων παρατήρησης και σε μια από τις επιδρομές/αντεπιθέσεις στη Γκάιβελντ και Μπρέυ Ντιούνς οι Γερμανοί κατάφεραν να καταλάβουν το κέντρο διοίκησης της 7ης Ταξιαρχίας Χάιλαντερς Άργκυλ και Σάδερλαντ. Στις 3 με 6 Οκτωβρίου 17.000 πολίτες, Βρετανοί αιχμάλωτοι και Γερμανοί τραυματίες αποχώρησαν από την πόλη μετά από σύντομη ανακωχή. Ο βασικός λόγος ήταν η παροχή περισσότερων εφοδίων για τους άνδρες του Φρίσιους. Οι Τσεχοσλοβάκοι συνέχισαν τις επιδρομές και τις επιθετικές επιχειρήσεις και σε μια από αυτές , στις 28 Οκτωβρίου αιχμαλώτισαν 300 Γερμανούς υφιστάμενοι περίπου 130 απώλειες. Οι θέσεις όμως των αμυνόμενων δεν άλλαξαν.

Ο Γερμανός διοικητής Φρίντριχ Φρίσιους

Επιχείρηση «Μπλύχερ».

Τον Απρίλιο του 1945 και ενώ το Γ' Ράιχ έπνεε τα λοίσθια και η Δουνκέρκη ήταν πλήρως απομονωμένη, ο Γερμανός διοικητής αποφάσισε την εκτέλεση μιας ισχυρής αντεπίθεσης. Η επίθεση ορίστηκε για την αυγή της 5ης Απριλίου 1945. 

Με ισχυρή κάλυψη πυροβολικού οι Γερμανοί κατέπεσαν πάνω στους ανυποψίαστους Τσέχους. Παρά τη σθεναρή αντίσταση η άμυνα κατέρρευσε από την επιθετική ορμή και γρήγορα ένα ένα τα σημεία καταλήφθηκαν.Οι Γερμανοί έφτασαν στο σημείο να ανακαταλάβουν ολόκληρη την παλαιά περίμετρο που είχαν καταφέρει να πάρουν οι Καναδοί τον Σεπτέμβριο του 1944. Όταν έφτασε η είδηση στο Βρετανικό Επιτελείο επικράτησε πανικός. Οι Καναδοί έσπευσαν να συνδράμουν τους υποχωρούντες Τσεχ/κους ενώ η RAF προσπαθούσε να συγκρατήσει τη γερμανική επίθεση με συνεχή χτυπήματα. Το μηχανικό άρχισε να ανατινάζει μια μια τις γέφυρες της περιμέτρου προκειμένου να σταματήσει την εχθρική προέλαση. Οι αναδιοργανωμένοι Τσεχ/κοι μαζί με τους Καναδούς επιχείρησαν αντεπίθεση με πλήρη αεροπορική κάλυψη αλλά χωρίς να ανακτήσουν τίποτα. Οι Τσεχ/κοι υπέστησαν απώλειες 768 ανδρών, 207 νεκροί και αγνοούμενοι και 461 τραυματίες σε αυτή τη μάχη. Η επίθεση είχε ως αποτέλεσμα τη διείσδυση των Γερμανών 15 χλμ μέσα στις συμμαχικές γραμμές. Οι Σύμμαχοι επιχείρησαν νέες αντεπιθέσεις χωρίς αποτέλεσμα μέχρι τις 4 Μαΐου. Πέντε μέρες αργότερα η γερμανική δύναμη παραδόθηκε. 

Οι γερμανικές απώλειες κατά τη διάρκεια της 9μηνης πολιορκίας και της τελευταίας επίθεσης ανήλθαν σε περίπου 1.000 άνδρες. Οι συμμαχικές απώλειες δεν αναφέρονται στο σύνολό τους, οι Καναδοί κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων του Σεπτεμβρίου 1944 είχαν τουλάχιστον 300 απώλειες, οι Τσεχ/κοι κατά τη «Μπλύχερ» και στις 28 Οκτωβρίου είχαν 910 και των Βρετανών είναι άγνωστες. Στους τελευταίους πρέπει να υπολογίζονται και οι απώλειες κατά τη διάρκεια μικρότερων επιχειρήσεων, επιδρομών, πυρών πυροβολικού κλπ.

Τσεχ/κοι της 1ης Τεθωρακισμένης Ταξιαρχίας.


Πηγές: -άρθρο της ιστοσελίδας «Weapons and Warfare»

             -Βίντεο της Mark Felton Productions , https://www.youtube.com/watch?v=FXqg-6YKU7Q

             -http://www.nasenoviny.com/DunkirkEN1944_45.html

             - www.bbc.co.uk/ww2peopleswar/stories/95/a8553495.shtml#selection-295.15-295.45


Πέμπτη 9 Ιανουαρίου 2020

Η μάχη της Ακόστα Νου (1869), τα παιδιά-στρατιώτες των Παραγουανών αμύνονται με απελπισία και κατασφάζονται.

Στη μάχη της Ακόστα Νου (16-8-1869) οι Παραγουανοί σε μια πρωτοφανή κίνηση απελπισίας έστειλαν 3.500 στρατιώτες, πολλοί από αυτούς παιδιά 8-15 ετών, απέναντι σε 20.000 βετεράνους Βραζιλιάνους.

Οι μικροί αυτοί στρατιώτες τοποθετήθηκαν σε ανοιχτό πεδίο, ιδανικό για να καταστούν στόχος από το πυροβολικό και να κατακοπούν από το ιππικό, όπως και έγινε. Η μάχη θα διαρκέσει οκτώ ώρες, με τους Παραγουανούς αρχικά να προβάλλουν σθεναρή αντίσταση. Μετά τις πρώτες επιθέσεις, τα στρατεύματα του Παραγουανού στρατηγού Bernardino Caballero κατέβηκαν στην άλλη πλευρά του ποταμού Yukyry, όπου είχαν οκτώ πυροβόλα και τους παρείχαν κάλυψη . Έβαλαν επίσης φωτιά στο δάσος για να αποκρύψουν τις τακτικές τους κινήσεις με καπνό. Η φωτιά όμως ξέφυγε από τον έλεγχο και γρήγορα εξαπλώθηκε μέσα από το ξηρό χορτάρι.

Το συμμαχικό πεζικό ήταν το πρώτο που προσπάθησε να διασχίσει τον ποταμό, αλλά απωθήθηκε. Ο διοικητής ντ' Εού, λοιπόν, διέταξε το πυροβολικό του να ανοίξει πυρ, το οποίο προκάλεσε μεγάλες απώλειες στην πλευρά της Παραγουάης. Τότε, το ιππικό του Βραζιλίας είχε τελικά φτάσει στο πεδίο της μάχης και διέσχισε τον ποταμό και πραγματοποίησε μια σαρωτική επίθεση ενάντια στη θέση των Παραγουανών. Τα στρατεύματα του στρατηγού Caballero αμύνθηκαν χρησιμοποιώντας ένα κλασικό τετράγωνο σχηματισμό με ξιφολόγχη . Ωστόσο, τα στρατεύματά του υπέστησαν μεγάλες απώλειες. Το συμμαχικό πεζικό επιτέθηκε ξανά με ξιφολόγχη, καταλαμβάνοντας τα οκτώ κανόνια και την παραγουανή θέση.

Τα παιδιά, όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά, έτρεχαν να προσκολληθούν στα πόδια των βραζιλιάνων στρατιωτών εν μέσω της ταραχώδους μάχης, παρακαλώντας για έλεος, μόνο και μόνο για να αποκεφαλιστούν χωρίς δισταγμό. 



Αργότερα, ο Βραζιλιάνος στρατηγός Dionísio Cerqueira, ο οποίος ήταν στη μάχη, έδωσε μια περιγραφή: «Τι φοβερός αγώνα μεταξύ της χριστιανικής ευσέβειας και του στρατιωτικού καθήκοντος! Οι στρατιώτες μας είπαν ότι δεν ήταν χαρά να μαχόμαστε ενάντια σε τέτοια παιδιά ».
«Το πεδίο ήταν γεμάτο νεκρούς και τραυματίες από τον εχθρό, μεταξύ των οποίων σε μεγάλο αριθμό, στρατιώτες , καλυμμένοι με αίμα, με σπασμένα τα πόδια, από τους οποίους δεν είχαν ακόμη φθάσει στην εφηβεία» πρόσθεσε.


Μόλις κατέρρευσε κάθε έννοια της άμυνας, τα τραυματισμένα παιδιά προσπάθησαν να εγκαταλείψουν το πεδίο της μάχης. Ωστόσο, ο βραζιλιάνος διοικητής, ο Κάουντ του Εού, διέταξε το ιππικό του να κόψει την υποχώρηση και να κατακάψει ό,τι βρει στον δρόμο του, συμπεριλαμβανομένου του πρόχειρου νοσοκομείου πλησίον του πεδίου της μάχης.

Εξαιτίας αυτών των ενεργειών οι Παραγουανοί διαλύθηκαν ολοσχερώς με 2.000 από αυτούς να κείτονται νεκροί ή τραυματίες και 1.500 να αιχμαλωτίζονται. Οι Βραζιλιάνοι είχαν 182 νεκρούς και 420 τραυματίες.

Τρίτη 7 Ιανουαρίου 2020

Το «θαύμα του Έμπελ». Οι Ισπανοί θριαμβεύουν το 1585 στις Ολλανδικές ακτές με τη «βοήθεια» της Παναγίας.

Το 1585, περίπου 3.000-4.000 Ισπανοί στρατιώτες, υπό τον Φρανσίσκο ντε Μπονταμπίγια, των ισπανικών τέρθιο στην ολλανδική επικράτεια αντιμετώπιζαν την πείνα κατά τη διάρκεια του πολέμου της Ολλανδικής ανεξαρτησίας(ή ογδοντακονταετής πόλεμος 1568-1648) πολιορκώντας το Χερτογκένμπος. Η περιοχή που εγκαταστάθηκαν, το νησί Βομελεβάαρντ (ανάμεσα στους ποταμούς Μάας και Βάαλ), υποτίθεται ότι θα τους συντηρούσε αλλά όλοι οι αγρότες είχαν φύγει μαζί με τα αγαθά και τα υπάρχοντά τους.

Επιπρόσθετα, 100 ολλανδικά πολεμικά πλοία υπό τον Φίλιππο Χόχενλοχ κατέφθαναν προς ενίσχυση μαζί με συνοδευτικές χερσαίες δυνάμεις. Ο Ολλανδός πρότεινε την τιμητική παράδοση των Ισπανών αλλά η απάντηση ήταν αποστομωτική : « Οι Ισπανοί στρατιώτες προτιμούν τον θάνατο από την ατίμωση. Θα μιλήσουμε για παράδοση μετά θάνατον» (Los infantes espanoles prefieren la muerte a la deshonra. Ya hablaremos de capitulación después de muertos.)

Οι Ολλανδοί έσπασαν τις οχυρώσεις του Βομελβαάρντ και ανάγκασαν τους Ισπανούς να υποχωρήσουν στο Έμπελ χωρίς να μπορούν να επιτεθούν στο Χερτογκένμπος καθώς το πεδίο είχε πλημμυρίσει. Η κατάσταση για τους Ισπανούς φαινόταν απελπιστική. Ένας Ισπανός στρατιώτης που έσκαψε μια τάφρο γύρω από την εκκλησία σχολίασε πικρόχολα «αυτό είναι πιο πιθανό να είναι ο τάφος μου παρά ένα όρυγμα». Καθώς έσκαψε, βρήκε μια εικόνα που απεικόνιζε τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου Παναγίας. Αυτό ερμηνεύτηκε ως σημάδι από τον Θεό και η εικόνα τοποθετήθηκε στην ισπανική σημαία.

Ο Φρανσίσκο συγκέντρωσε τους αξιωματικούς και τους είπε ότι όταν θα νύχτωνε έπρεπε να επιτεθούν στα εχθρικά πλοία. Κάποιοι καπετάνιοι «πρότειναν» να σκοτώσουν ο ένας τον άλλο, αντί να πέσουν στα εχθρικά πυρά, αλλά ο Μπονταμπίγια τους επίπληξε και στη συνέχεια τους ενθάρρυνε να πολεμήσουν μέχρι θανάτου - αναθέτοντας τη ζωή τους στην προστασία της Παναγίας.

Εκείνη τη νύχτα μια απότομη πτώση της θερμοκρασίας πάγωσε τα ρηχά νερά των πλημμυρών. Αυτό επέτρεψε, τις πρώτες πρωινές ώρες στις 8 Δεκεμβρίου 1585, στα ισπανικά στρατεύματα να βαδίσουν πάνω στον πάγο, να αιφνιδιάσουν πλήρως τους αντιπάλους τους και να κάψουν τα εχθρικά πλοία. Ο ναύαρχος Χόχενλοχ τότε αποκρίθηκε λέγοντας: «Φαίνεται ότι ο Θεός είναι Ισπανός για να κάνει τέτοιου είδους θαύμα γι 'αυτούς. Πέντε χιλιάδες Ισπανοί που ήταν επίσης πέντε χιλιάδες στρατιώτες (...) και πέντε χιλιάδες διάβολοι ». Την επομένη κατελήφθη και το πολιορκούμενο ολλανδικό οχυρό.

Την ίδια μέρα, η Παναγία ανακηρύχθηκε προστάτιδα των ισπανικών τέρθιος της Φλάνδρας και της Ιταλίας. Η παγίωση θα καθιερωθεί αρκετά αργότερα,στις 8 Δεκεμβρίου 1854 ενώ στις 12 Νοεμβρίου 1892 με βασιλική διαταγή της Μαρίας Χριστίνας της Αυστρίας η άμωμος Παναγία είναι η προστάτιδα του Πεζικού.

Κυριακή 5 Ιανουαρίου 2020

Αποστολή αυτοκτονίας στον Ειρηνικό, οι Ιάπωνες αλεξιπτωτιστές πραγματοποιούν επιδρομή στην Οκινάουα.

Στη φωτογραφία ο λοχαγός Okuyama και η 
μονάδα του αναχωρούν για την
τελευταία αποστολή 
τους.

Η Giretsu Kuteitai (που σημαίνει «ηρωικοί αλεξιπτωτιστές») ήταν αερομεταφερόμενη μονάδα ειδικών δυνάμεων του Αυτοκρατορικού Ιαπωνικού στρατού . Δημιουργήθηκε τον Νοέμβριο του 1944 σε μια έσχατη προσπάθεια αποτροπής των στρατηγικών βομβαρδισμών των μητροπολίτικων εδαφών της Ιαπωνίας.

Από τη μονάδα ειδικών δυνάμεων Teishin Shudan (επιπέδου μεραρχίας) δημιουργήθηκε υπό τον λοχαγό Michiro Okuyama το 1ο Τάγμα Καταδρομών. Αυτός με 126 άνδρες, (τον 4ο Λόχο) δημιούργησε την ομάδα Giretsu. Αρχικά οργανώθηκε σε πέντε διμοιρίες και μία ανεξάρτητη ομάδα καθώς και από 8 πράκτορες.

Το γεγονός ότι δεν υπήρχε σχέδιο απεμπλοκής της δύναμης, μαζί με την απόρριψη της παράδοσης στο ιαπωνικό στρατιωτικό δόγμα εκείνη την εποχή, σήμαινε ότι οι επιχειρήσεις Giretsu ήταν ουσιαστικά επιθέσεις αυτοκτονίας. Τα τελευταία λόγια του Okuyama πριν αναχωρήσει για την αποστολή ήταν τα εξής : «Αναχωρώ για την τελευταία μου εξόρμηση ως διοικητής της μοίρας, η πολυαναμενόμενη μέρα των μαχητών έφτασε τελικά. Η εκπαίδευση και ο ενθουσιασμός για τη συνάντηση με τον Αμερικανό εχθρό, είναι ο προάγγελος του τελικού μας σκοπού. Σήμερα λοιπόν.»

Τη νύχτα της 24ης Μαΐου 1945, 12 Ki-21-IIbs ξεκίνησαν έκαστο με 12 κομάντο προς τις βάσεις Γιομιτάν και Καντένα. Τέσσερα αεροσκάφη διέκοψαν την αποστολή καθώς παρουσίασαν πρόβλημα κινητήρα και άλλα τρία καταρρίφθηκαν, ωστόσο πέντε κατάφεραν να φθάσουν στο Αεροδρόμιο Γιοντάν με ένα μονάχα να προσγειώνεται με επιτυχία. Ήταν όμως αρκετό.

Περίπου 10 επιβιώσαντες επιδρομείς, οπλισμένοι με υποπολυβόλα και εκρηκτικά, σκόρπισαν το χάος. Έκαψαν 70.000 γαλόνια καυσίμου, κατέστρεψαν ή προκάλεσαν μεγάλες ζημιές σε 38 αεροσκάφη και σκότωσαν ή τραυμάτισαν 20 Αμερικανούς στρατιώτες. Από τα αμερικανικά αεροσκάφη καταστράφηκαν ολοσχερώς 3 μαχητικά Vought F4U Corsair , 4 μεταγωγικά C-47 και 2 βομβαρδιστικά PB4Y-2 Privateer ενώ προκλήθηκαν μεγάλες ζημιές σε 29 άλλα (2 βομβαρδιστικά PB4Y-2 , 3 μαχητικά F6F , 22 μαχητικά F4U, 2 μεταγωγικά C-47). Το αεροδρόμιο κατέστη μη επιχειρησιακό μέχρι τις 08:00 της επόμενης ημέρας.
Από την αποστολή επέζησε μόνο ένας μαχητής της μοίρας. Στη φωτογραφία
Αμερικανοί επεξεργάζονται νεκρούς Ιάπωνες των οποίων το αεροσκάφος
πραγματοποίησε αναγκαστική προσγείωση με αποτέλεσμα τον
θάνατο όλου του πληρώματος..

Μία ώρα μετά την έναρξη της μάχης, έφτασαν ενισχύσεις από Πεζοναύτες, εκκαθαρίζοντας τους επιβιώσαντες αλεξιπτωτιστές στο Yi Rong και η σύγχυση στο αεροδρόμιο σταδιακά υποχώρησε. Μέχρι τις 13:00 κάθε αντίσταση είχε σβήσει. Ένα μέλος της επιδρομής επιβίωσε και κατάφερε να διασχίσει το πεδίο της μάχης και να φτάσει στο αρχηγείο της 32ης Στρατιάς στην Οκινάουα στις 12 Ιουνίου.

Χαλάστρας Κωνσταντίνος