Ιστορία

Κυριακή 13 Σεπτεμβρίου 2020

Οι Παλαιστίνοι του PLO στον Λίβανο, «κράτος εν κράτει» και το ξέσπασμα του εμφυλίου.

Η απαρχή της παρουσίας του PLO στον Λίβανο ανάγεται στα τέλη της δεκαετίας του 1960, μετά τον πόλεμο των έξι ημερών του 1967 . Ήδη σε μεγάλες περιοχές του Λιβάνου υπήρχαν παλαιστινιακές εξόριστες κοινότητες που αντιστοιχούσαν στο 12% του συνολικού πληθυσμού. Ο οργανισμός ομπρέλα, ο Οργανισμός Απελευθέρωσης της Παλαιστίνης (PLO) - ήταν αναμφίβολα η πιο ισχυρή δύναμη του Λιβάνου εκείνη την εποχή αλλά ήταν κάτι περισσότερο από μια χαλαρή συνομοσπονδία όπου ο αρχηγός του, Γιασέρ Αραφάτ της συνιστώσας του PLO, Φατάχ, έλεγχε όλες τις υπόλοιπες ομάδες με βασικότερες το Λαϊκό Μέτωπο για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (PFLP) και το τμήμα που αποκόπηκε από αυτό, το Δημοκρατικό Μέτωπο για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (DFLP). Σε αντίθεση όμως με τους Λιβανέζους, οι Παλαιστίνιοι δεν ήταν σεχταριστικοί. Οι χριστιανοί Παλαιστίνιοι υποστήριξαν τον αραβικό εθνικισμό κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου στο Λίβανο και πολέμησαν ενάντια στις πολιτοφυλακές των Μαρωνιτών.



Αρχικά, πολλοί Σιίτες του Λιβάνου είχαν συμπάθεια για τους Παλαιστινίους αλλά μετά τον «Μαύρο Σεπτέμβρη» του 1970 στην Ιορδανία όπου οι Παλαιστίνοι προσπάθησαν να ανατρέψουν την κυβέρνηση, υπήρξε ξαφνική εισροή ένοπλων Παλαιστινίων στις περιοχές των Σιιτών. Το παλαιστινιακό κίνημα έχασε γρήγορα την επιρροή του, καθώς οι ριζοσπαστικές φατρίες κυβερνούσαν με τη δύναμη των όπλων ένα μεγάλο μέρος του νότιου Λιβάνου, όπου τα στρατόπεδα προσφύγων συγκεντρώνονταν, και ο PLO αποδείχθηκε είτε απρόθυμος είτε ανίκανος να τους ελέγξει.

Ο Γιασέρ Αραφάτ ευθυγραμμίστηκε πλήρως με το Λιβανέζικο
Εθνικό Κίνημα, την παναραβική/νασσερική/αριστερή πτέρυγα.

Ακόμη, οι Σιίτες δεν ήθελαν να πληρώσουν το τίμημα για τις επιθέσεις πυραύλων του PLO από τον Νότιο Λίβανο. Το PLO δημιούργησε κυριολεκτικά «ένα κράτος εν κράτει», ότι ακριβώς έκαναν και στην Ιορδανία. Το κράτος του Λιβάνου, που πάντα απέφευγε να προκαλεί το Ισραήλ, απλώς εγκατέλειψε τον νότιο Λίβανο και οι κάτοικοι έγιναν μετανάστες μέσα στην πατρίδα τους. Πολλοί από τους Σιίτες μετανάστευσαν στα προάστια της Βηρυτού, τα οποία έγιναν γνωστά ως «ζώνες φτώχειας». Ο PLO είχε καταλάβει τα κέντρα της Σιδώνας και της Τύρου και στον νότιο Λιβάνο ο σιιτικός πληθυσμός έπρεπε να υποστεί την ταπείνωση να περνά «με άδεια» από τα σημεία ελέγχου του PLO. Η Παλαιστινιακή οργάνωση το έκανε αυτό με τη βοήθεια των περίφημων εθελοντών από τη Λιβύη και την Αλγερία καθώς και μια ομάδα από σουνίτικες Λιβανέζικες ομάδες. Ωστόσο, όπως διευκρινίζει ο Rex Brynen στη δημοσίευσή του για τον PLO, αυτές οι πολιτοφυλακές δεν ήταν τίποτα περισσότερο από ένοπλες συμμορίες χωρίς ιδεολογικές βάσεις και χωρίς οργανικό λόγο για την ύπαρξή τους, εκτός από το γεγονός ότι λάμβαναν μισθοδοσία από τον PLO / Φατάχ.

Κάθε δράση φέρνει και αντίδραση και έτσι οι Σιίτες δημιούργησαν το κίνημα Αμάλ του οποίου οι ένοπλες τάξεις αυξήθηκαν ραγδαία και πολέμησε κατά του PLO στις πρώτες φάσεις του εμφυλίου. Αργότερα, μια πιο σκληροπυρηνική ομάδα μέσα στο κίνημα θα αποσχιστεί και θα σχηματίσει τη γνωστή οργάνωση Χεζμπολάχ.


Τα δύο στρατόπεδα πολέμησαν με ιδιαίτερη σκληρότητα. Στην Καραντίνα της Βηρυτού στις 18 Ιανουαρίου 1976 οι χριστιανοί του Λιβανέζικου Μετώπου και ιδιαίτερα οι Φαλαγγίτες της Καταέμπ, έσπασαν τις γραμμές του PLO και επιδόθηκαν σε σφαγές που άφησαν 1.500 νεκρούς. Ως αντίποινα, η χριστιανική πόλη Νατμού, 20χλμ νότια της Βηρυτού δέχθηκε την επίθεση του Σουνιτικού Εθνικού Κινήματος του Λιβάνου μαζί με τον PLO και σκότωσαν περίπου 500 άτομα. «Ήταν μια αποκάλυψη», είπε ο ιερέας Μανσούρ Λαμπάκι, ένας χριστιανός Μαρωνίτης που επέζησε της σφαγής. «Ήρθαν, χιλιάδες και χιλιάδες, φωνάζοντας« Αλλάχ ου Άκμπαρ! (Ο Θεός είναι μεγάλος!) Ας τους επιτεθούμε για τους Άραβες, ας προσφέρουμε ένα ολοκαύτωμα στον Μωάμεθ! » και σφαγιάζαν όλους στο δρόμο τους, άνδρες, γυναίκες και παιδιά.» 

Θρησκευτική κατανομή των κατοίκων του
Λιβάνου.

Μέχρι τον Αύγουστο του ίδιου έτους οι Παλαιστίνιοι αποχώρησαν και από το στρατόπεδο Τελ αλ Ζαατάρ (ΝΑ της Βηρυτού) με βαριές απώλειες στις τάξεις της Φατάχ του Αραφάτ. Τον Οκτώβριο του 1976 στην πόλη Αϊσίγια του νότιου Λιβάνου μαχητές της Φατάχ και της Αλ Σαΐκα έσφαξαν 70 χριστιανούς και άφησαν τραυματίες πάνω από 100. Το κράτος ήταν τώρα ουσιαστικά διχοτομημένο, με το νότιο Λίβανο και το δυτικό μισό της Βηρυτού να έχουν γίνει βάσεις για τις πολιτοφυλακές του PLO και των υπόλοιπων μουσουλμάνων, και τους χριστιανούς να ελέγχουν την Ανατολική Βηρυτό και το χριστιανικό τμήμα του Λιβάνου. Η κύρια γραμμή αντιπαράθεσης στη διαιρεμένη Βηρυτό ήταν γνωστή ως η Πράσινη Γραμμή.

Στο εξαιρετικά πολύπλοκο σκηνικό ήρθε να προστεθεί και η συριακή επέμβαση. Στις 22 Ιανουαρίου 1976, ο Πρόεδρος της Συρίας Χαφέζ αλ Άσσαντ μεσολάβησε προκειμένου να επιτευχθεί ανακωχή μεταξύ των δύο πλευρών, ενώ άρχισε κρυφά να μετακινεί Συριακά στρατεύματα στα σύνορα με τον Λίβανο με το πρόσχημα της παρουσίας του Παλαιστινιακού Απελευθερωτικού Στρατού , ενώ ήθελε να φέρει τον PLO ξανά υπό τη Συριακή επιρροή και να αποτρέψει την αποσύνθεση του Λιβάνου. Οι σχέσεις μεταξύ της διοίκησης του Λιβανέζικου Μετώπου και της Δαμασκού είχαν ήδη ψυχρανθεί ως συνέπεια της αυξανόμενης απροθυμίας του Συριακού Σώματος είτε να καταστείλει εντελώς τις σουνιτικές δυνάμεις των LNM-PLO στη δυτική Βηρυτό ή να επιτρέψει στις χριστιανικές πολιτοφυλακές να το πράξουν. Αυτό οδήγησε αναπόφευκτα στη σύγκρουση το 1978, στην έναρξη του «Πολέμου των 100 ημερών», στην οριστική διάσπαση της συμμαχίας με τη Συρία αλλά και την ήττα της τελευταίας στην ανατολική Βηρυτό.

Μέλη του Νότιου Στρατού Λιβάνου με σημαίες
του Λιβάνου και του Ισραήλ.

Ο PLO προκάλεσε και την εισβολή ενός ακόμη κράτους στον Λίβανο, του Ισραήλ. Το τρομοκρατικό χτύπημα στις 11 Μαρτίου 1978 στον παραλιακό δρόμο του Ισραήλ που άφησε 39 νεκρούς και 71 τραυματίες είχε ως συνέπεια την εισβολή στον νότιο Λίβανο μετά από 3 ημέρες. Εκεί στις επιχειρήσεις διάρκειας μιας εβδομάδας ο Ισραηλινός Στρατός μαζί με τον Νότιο Στρατό Λιβάνου», μια χριστιανική οργάνωση, εκδίωξαν του Παλαιστινίους του PLO με την επιχείρηση «Λιτάνι», όπου 300 με 550 Παλαιστίνιοι σκοτώθηκαν. Ο εμφύλιος θα διαρκούσε ακόμη 12 έτη με αυξομειούμενες εντάσεις, εσωτερικές διαμάχες μεταξύ των αντιπάλων, αλλαγή στρατοπέδων και εξωτερικές αναμίξεις.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου