Ιστορία

Κυριακή 17 Μαρτίου 2019

Μετάφραση και ερμηνευτική ανάλυση του διαλόγου ανάμεσα στον Ματθαίο Καντακουζηνό και τον Νικηφόρο Γρηγορά (Ρωμαϊκή ιστορία XXVIII 43-44, 47-48)

Χαλάστρας Κωνσταντίνος

i) Μετάφραση και ανάλυση του αποσπάσματος Νικηφόρος Γρηγοράς, Ρωμαϊκή Ιστορία, έκδ. Immanuele Bekkero, Nicheophori Gregorae, Historiae Byzantinae ,vol.3, Bonnae 1855, XXVIII. 43-44

43. Μόλις έφτασε η κατάλληλη ώρα στις ζωντανές ψυχές για να αναβιώσει κάθε αποδυναμωμένη γη, ενδεδυμένη με γρασίδι και περιανθισμένη με χρώματα, τοποθέτησαν το αυτοκρατορικό στέμμα στον Ματθαίο μέσα στον ναό των Βλαχερνών, ο πατέρας του μαζί με τον Φιλόθεο που διαδέχθηκε τον πρόσφατο πατριάρχη Κάλλιστο, όπως επέβαλλε η παλαιά επικρατούσα συνήθεια και όπως ήταν αναγκαίο. Σκοπός αυτής της νέας στέψης ήταν μεν να συγκυβερνήσει ο γιος με τον πατέρα ισόβια, από την άλλη δε όταν αυτός πεθάνει ίσως από γηρατειά, μόνος του ο γιος να φέρει τα σκήπτρα της βασιλείας του Αυτοκράτορα. Σε ότι αφορά τον γαμπρό Παλαιολόγο πάντα και απ’ όλους να καταδικασθεί σε λήθη και να κλείσει τελείως κάθε πόρτα για φιλική ομόνοια.
44.  Δεν πέρασαν πολλές μέρες ανάμεσα και ο Ματθαίος , ο νέος αυτός βασιλιάς, έφτασε στην οικία που είμαι έγκλειστος, διατασσόμενος από τον πατέρα του βασιλιά να γίνει μεσολαβητής ώστε να με πείσει να επιστρέψω στο παλάτι προσφέροντας τις υπηρεσίες στους βασιλείς, λαμβάνοντας από αυτές πολλές και διάφορες ανταμοιβές.

Ανάλυση, ερμηνεία

Τον Φεβρουάριο του 1354 γίνεται η στέψη που είχε προαποφασιστεί από τον Απρίλιο του προηγούμενου έτους. Ο Ιωάννης Στ’ αποφασίζει τον οριστικό παραμερισμό του Ιωάννη Ε’ και χρίζει διάδοχο τον Ματθαίο. Έρχεται αντιμέτωπος με τον πατριάρχη Κάλλιστο, που θεωρεί παράνομη την στέψη και επίορκο τον Καντακουζηνό από τον όρκο που έδωσε το 1347, με αποτέλεσμα εν τέλει να παραιτηθεί, να καταφύγει στους Γενουάτες του Γαλατά και έπειτα στην Τένεδο όπου βρίσκονταν ο Ιωάννης Ε’ με την σύζυγό του Έλενα Παλαιολογίνα. Ο Κάλλιστος που διετέλεσε πατριάρχης από τις 10/6/1350, ήταν Αθωνίτης, φίλος του Παλαμά και μάλιστα πραγματοποίησε σε σύνοδο μαζί με τον Καντακουζηνό την πλήρη αποδοχή του Παλαμισμού, τον Ιούλιο του 1351, καταδικάζοντας τον Γρηγορά. Το γεγονός αυτό καταδεικνύει ακόμα μια φορά τα συγκεχυμένα όρια των παρατάξεων καθώς ο Κάλλιστος ήταν μεν παλαμικός αλλά παρέμεινε πιστός στον Ιωάννη Ε’. Έγινε μεσολαβητής τον Οκτώβριο του 1352 στη σύγκρουση Ιωάννη Ε’ και Ματθαίου Καντακουζηνού, στην Αδριανούπολη, αλλά οι προσπάθειες του για ειρήνη απέτυχαν. Θα ξαναγίνει πατριάρχης το 1355, ενώ το 1363 θα συμμετάσχει εκ νέου σε διπλωματική αποστολή προς σύσφιξη των Σερβοβυζαντινών σχέσεων. Ο Φιλόθεος, διετέλεσε μητροπολίτης της Ηράκλειας Θράκης, ήταν παλαμικός και υποστηρικτής του Καντακουζηνού και συνέταξε τα πρακτικά της συνόδου του 1351.  
Ο αυτοκράτορας μπορούσε να παραχωρήσει κατ’ εξαίρεση το δικαίωμα να φέρει και ο υιός του τον ίδιο τίτλο, χωρίς όμως να εξομοιωθεί νομικώς ως προς τον πατέρα του. Ο πρεσβύτερος αυτοκράτωρ δικαιούνταν μεγαλύτερο σεβασμό και ανάλογο κύρος ενώ ως εστεμμένος έφερε την στολή, το στέμμα και τα σύμβολα σε αντίθεση με τον μη εστεμμένο που φορούσε την συνήθη ενδυμασία του.[1]
Για το τυπικό της στέψης πραγματοποιείται συγκέντρωση των φορέων αξιωμάτων και πολιτικών και στρατιωτικών τίτλων. Ακόμα παρευρίσκονται ο πατριάρχης, ο στρατός και ο λαός. Ο υποψήφιος ανερχόταν στην ασπίδα που έπειτα υψώνονταν από τον αυτοκράτορα και τον πατριάρχη που την κρατάνε από μπροστά και με επιφανείς άνδρες, όπως δεσπότες, σεβαστοκράτορες ή συγκλητικοί να κρατάνε την πίσω πλευρά μέσα σε επευφημίες από το πλήθος. Έπειτα ακολουθούσε το δεύτερο μέρος της τελετής με στην Αγία Σοφία, η συγκεκριμένη πραγματοποιήθηκε στον ναό των Βλαχερνών λόγω της κακής κατάστασης στην οποία είχε περιέλθει ο ναός της Αγίας Σοφίας, όπου τοποθετούνταν το διάδημα με τους πολύτιμους λίθους. Ο πατριάρχης σε μια κατανυκτική σιγή τον χρίζει αυτοκράτορα και του παραδίδεται έγγραφη ομολογία πίστεως [2]                                                                                                  
Με την κίνηση αυτή ο Ιωάννης Καντακουζηνός θέτει τα θεμέλια για μια νέα δυναστεία. Ο γιος του Ματθαίος έχει νυμφευτεί την Ειρήνη Παλαιολογίνα, κόρη του Δεσπότη Δημήτριου Παλαιολόγου που ήταν γιος του Ανδρόνικου Β’, στις αρχές του 1341 στη Θεσσαλονίκη, με την οποία είχε ήδη αποκτήσει υιούς οπότε η γραμμή διαδοχής είχε εξασφαλιστεί. Ο παραγκωνισμός του Ιωάννη Ε’ αποτελεί πλέον μια τυπική διαδικασία αφού είναι αδύνατο μετά απ’ όλες αυτές τις αιματηρές συγκρούσεις να προφασίζεται ότι υπερασπίζει τα συμφέροντα του νομίμου οίκου των Παλαιολόγων.
Στη συνέχεια γίνεται αναφορά στον εγκλεισμό του Νικηφόρου Γρηγορά στη Μονή της Χώρας, όπου βρισκόταν από το καλοκαίρι του 1351, με απόφαση της  Συνόδου που συγκάλεσε ο Ιωάννης ΣΤ’ και ο πατριάρχης Κάλλιστος. Η Μονή της Χώρας βρισκόταν έξω από τα Κωνσταντίνεια τείχη, στη «Χώρα» ή «Χωρίο» όπως ονόμαζαν οι Βυζαντινοί, νοτίως του Κεράτιου κόλπου, όπου ο Μετοχίτης προσέθεσε εξωνάρθηκα και παρεκκλήσι και ο Γρηγοράς ίδρυσε ιδιωτική Σχολή το 1332. Όντας σημαίνον πρόσωπο, πιθανή επιστροφή του στην πολιτική ζωή του Βυζαντίου θα προσέφερε κύρος στον Αυτοκράτορα και ακόμα περισσότερο χρήσιμες συμβουλές. Δεν πρέπει να μένει επίσης απαρατήρητο το γεγονός ότι πριν τους χωρίσουν οι θρησκευτικές διαμάχες είχαν αναπτύξει μια στενή φιλία και συνεργασία.

ii)Μετάφραση και ανάλυση του αποσπάσματος Νικηφόρος Γρηγοράς, Ρωμαϊκή Ιστορία, έκδ. Immanuele Bekkero, Nicheophori Gregorae, Historiae Byzantinae ,vol.3, Bonnae 1855, XXVIII, 47-48.


 
47. Γιατί υπάρχουν, μερικοί από εσάς, μάλλον όχι μερικοί, αλλά οι περισσότεροι από τον λαό των Ρωμαίων, επιρρίπτοντας τις αιτίες των Ρωμαϊκών συμφορών πάνω στον πατέρα μου, για όσες συμφορές ξέσπασαν τώρα. Πλέον και σε δημόσιο χώρο ακούγεται η κατηγορία και σ’ όλα τα έθνη και τα γένη των βαρβάρων, πράγματι διαδίδουν αυτή τη φήμη σε γεμάτους δρόμους, αγορές και πλατείες, ενισχύοντας αυτήν πάντα και επιρρίπτοντας κάθε είδους κατηγορία, χωρίς να φροντίζουν να εξετάσουν την ποιότητα δικαίου και αδίκου , μη βάζοντας στο νου οι κατήγοροι ότι ήταν δυνατόν ο πατέρας μου, από λόγους που όλοι γνωρίζουν, ότι ενώ μπορούσε να σκοτώσει τον Παλαιολόγο (τον Ιωάννη Ε’) και την μητέρα του, αυτός τον έκανε γαμπρό δίνοντάς του, την αδελφή μου και τον προτίμησε από εμάς του υιούς του. Τώρα βλέποντας ότι επιβουλεύονται και κινούνται με κάθε μηχανορραφία κατά εμάς, πρέπει να τον μισήσετε, και τίθενται ενάντια με όλο τους το φρόνημα , ενώ αντίθετα τον δικό μου πατέρα χωρίς κρίση μισούν όταν αναγκάστηκε σε βοήθεια να προσκαλέσει βαρβάρους, αμυνόμενος με τον ευγνώμον αλλόφυλο γαμπρό, τον αγνώμον ομόφυλο γαμπρό και ταυτόχρονα την απροθυμία και κακοβουλία των υπηκόων του.
48. Και μ’ αυτόν τον τρόπο δε βλέπουν ότι αναιρούν την θεία πρόνοια και καταστρατηγούν την αναγκαιότητα του τυχαίου.

Ανάλυση, ερμηνεία

Ο Καντακουζηνός εκπρόσωπος της αριστοκρατίας του Βυζαντίου, δύσκολα κέρδιζε την συμπάθεια των κατώτερων στρωμάτων που είχαν υποστεί τα πάνδεινα από τις ληστρικές επιδρομές Τούρκων, Σέρβων, Βουλγάρων, ενώ παράλληλα είχαν φτάσει στα όριά τους από την βαριά φορολογία του κράτους και την αδυναμία να τους προστατεύσει. Αυτά σε συνδυασμό με την αποκάλυψη της τεράστιας περιουσίας του, που αποκαλύφθηκε από τον Απόκαυκο, ενέτεινε την δυσφορία. Η όποια εμπιστοσύνη υπήρχε προς το πρόσωπό του, από τις εξαιρετικές ικανότητες που είχε δείξει στο πεδίο της μάχης και στη διπλωματία, εξανεμίστηκαν όταν ο ίδιος έφερε νέα δεινά με την εισροή χιλιάδων Τούρκων μισθοφόρων. Αποτελεί γεγονός ότι η είσοδος του Ιωάννη Ε’ στην Κωνσταντινούπολη την 21-22/11/1354 συνοδεύτηκε από ενθουσιώδεις πανηγυρισμούς από το λαό της Πόλης, ενώ σοβαρή αντίσταση προέβαλλε μόνο το μισθοφορικό σώμα των Καταλανών.
Ο Ματθαίος ομιλεί για την δυνατότητα που είχε ο πατέρας του όταν εισήλθε στην Κωνσταντινούπολη, στις 2/2/1347, να εξοντώσει την οικογένεια των Παλαιολόγων και να μείνει μόνος αυτοκράτορας. Αντ’ αυτού έδωσε την κόρη του, Έλενα Παλαιολογίνα ως σύζυγο στον Ιωάννη Ε’. Ο Ματθαίος επίσης δεν παραλείπει να αναφέρει την πικρία για τον παραγκωνισμό του, διότι παρ’ όλο που χρίστηκε ανώτερος των Δεσποτών και ακριβώς κάτω από τον Αυτοκράτορα, δεν έλαβε κάποιο επίσημο αξίωμα και το κυριότερο να μπει στη διαδοχή. Αυτό, σε συνάρτηση με την παρότρυνση μερικών αξιωματικών, οδήγησε τον Ματθαίο να κηρύξει την ανεξαρτησία του το ίδιο έτος, για να «εκλογικευτεί» με την σειρά του από τη σύζυγο του Ιωάννη ΣΤ’ και να του παραχωρηθεί τελικώς μια επικράτεια ως κυβερνήτης στη Θράκη, με κέντρο την Αδριανούπολη. Οι άλλοι γιοι στους οποίους αναφέρεται είναι ο Ανδρόνικος που πέθανε από την πανώλη το 1347 σε ηλικία 13 ετών και ο Εμμανουήλ Καντακουζηνός. Ο τελευταίος διετέλεσε διοικητής της Βέροιας ως τις αρχές του 1347 και έπειτα, μετά την κατάληψη της από τον Δουσάν, κατέφυγε στη Θεσσαλία. Του δόθηκε ο τίτλος του Δεσπότη, αμύνθηκε επιτυχώς στις επιθέσεις των Γενουατών του Γαλατά το 1348-1349 και με την λήξη του πολέμου τοποθετήθηκε ως κυβερνήτης της Πελοποννήσου. Εκεί παρέμεινε ως τον θάνατό του, το 1380, με εξαιρετικές διοικητικές ικανότητες συμμαζεύοντας το χάος που επικρατούσε στην περιοχή.[3]
Ο Ματθαίος επίσης, προσπαθεί να δικαιολογήσει τις ενέργειες του πατέρα του, οποίος προσκάλεσε πολλές φορές τα τουρκικά φύλα να τον στηρίξουν στις εμφύλιες διαμάχες από ανάγκη για τον «αγνώμον γαμπρό του». Η αναφορά γίνεται στους γάμους του Ιωάννη Ε’ με την Έλενα Καντακουζηνή και του Ορχάν με την Θεοδώρα Καντακουζηνή. Ο πρώτος είχε ήδη εισβάλλει στην επικράτεια του Ματθαίου πολιορκώντας τον στην Αδριανούπολη, συνεπικουρούμενους από τους Σέρβους, ενώ ο Οθωμανός κατέφθασε να τον στηρίξει και να σπάσει την πολιορκία. Οι αναφορά σε βαρβάρους φανερώνει την πολιτισμική ανωτερότητα που ένιωθαν οι Βυζαντινοί σε σχέση με τους υπόλοιπους λαούς, παρά την απελπιστική κατάσταση στην οποία είχαν περιέλθει, και εννοεί τους Τούρκους του Ομούρ, του Ορχάν και του Σουλεϊμάν που ισοπέδωσαν την Ελληνική ύπαιθρο. 
Στο τέλος δεν παραλείπει να τονίσει ένα ακόμη χαρακτηριστικό των Βυζαντινών, αυτό της αδυναμίας αποτροπής των πραγμάτων που έχουν οριστεί να τελεστούν από την θεία πρόνοια. Θεωρεί θέλημα Θεού την βασιλεία του πατέρα του και μάταια την ανατροπή αυτού.



[1]Α.Χριστοφιλοπούλου, Εκλογή,σελ.217-218
[2] Α.Χριστοφιλοπούλου, ό.π., σελ.219,222.
[3] D.Nicol, Kantakouzenos, σελ. 122-124.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου